Live radio
Αντιαιρετικό : Μάρτυρες του Ιεχωβά -2-

Στο προηγούμενο άρθρο (περί άρνησης του Τριαδικού Θεού), είδαμε τα χωρία στην Αγία Γραφή που ταυτίζουν το Θεό με τα τρία πρόσωπα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Στο σημερινό άρθρο θα δούμε τα χωρία της Αγίας Γραφής που μας αποκαλύπτουν τη θεότητα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.

Άρνηση της θεότητος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού

Οι μάρτυρες του Ιεχωβά λένε ότι ο Χριστός είναι μεν Υιός του Θεού αλλά κατώτερός Του, ότι ήταν το πρώτο από τα δημιουργήματά Του όπως ακριβώς οι άγγελοι και ότι ήταν ένας καλός άνθρωπος αλλά όχι Θεάνθρωπος.
Η Αγία Γραφή, την οποία δήθεν επικαλούνται, τους διαψεύδει:

Γεν. 17,1 Ἐγένετο δὲ Ἅβρααμ ἐτῶν ἐνενηκονταεννέα, καὶ ὤφθη Κύριος τῷ Ἅβραμ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐγώ εἰμι ὁ Θεός σου· εὐαρέστει ἐνώπιον ἐμοῦ καὶ γίνου ἄμεμπτος… (εδώ μιλάει ο Κύριος και αποκαλεί τον εαυτό Του Θεό)

Λουκ. 1,28 καὶ εἰσελθὼν ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτὴν εἶπε· χαῖρε,
κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν. (Ο άγγελος φέρνει στην Παναγία το χαρμόσυνο μήνυμα από το Θεό ονομάζοντάς Τον Κύριο.)

Λουκ. 1,40-44 καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον Ζαχαρίου καὶ ἠσπάσατο τὴν Ἐλισάβετ. καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ἡ Ἐλισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς· καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ. Καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπεν· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. Καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με; Ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. (Η Ελισάβετ ονομάζει το βρέφος που ήταν στην κοιλιά της Παναγίας ‘Κύριό της’. Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να ονομάζει έναν συνάνθρωπό του ως ‘Κύριο του’ και μάλιστα με κεφαλαίο ‘Κ’; Εδώ η Ελισάβετ φωτιζόμενη από το Άγιο Πνεύμα συνδέει το βρέφος της Παναγίας, δηλαδή το Χριστό, με τον Θεό.)

Ιω. 1,1 Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. (Εδώ ο Λόγος αποκαλείται προαιώνιος, διότι από την αρχή των πάντων υπήρχε και δεν κατασκευάστηκε αργότερα οπότε δεν είναι κτίσμα. Ταυτόχρονα ο Λόγος ‘ην προς τον Θεόν’, δηλαδή ο Υιός είναι συναιώνιος μαζί με τον Θεό και όχι κτίσμα μεταγενέστερο του Πατρός. Τέλος με την έκφραση ‘Θεός ην ο Λόγος’ ξεκαθαρίζει εντελώς το γεγονός ότι ο Λόγος είναι Θεός).

Ιω. 1,9-13 Ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω. εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον. ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ, οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ᾿ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν. (Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας λέει ότι ο Χριστός είναι το φως το αληθινό, ότι ο κόσμος έγινε διά μέσω Αυτού και ότι όσοι Τον δέχονται γίνονται τέκνα του Θεού. Η απόλυτη όμως διευκρίνιση για τον Χριστό γίνεται στο τέλος όπου αναφέρεται ότι όσοι δια του Χριστού έγιναν τέκνα του Θεού, έγιναν τέκνα από το Θεό, ταυτίζοντας έτσι με τρόπο ξεκάθαρο που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση ότι ο Χριστός είναι Θεός και άρα δεν είναι ούτε άγγελος, ούτε κάποιο άλλο κτίσμα, όπως διατείνονται οι ‘Μάρτυρες του Ιεχωβά’).

Ιω. 3,36 ὁ πιστεύων εἰς τὸν υἱὸν ἔχει ζωὴν αἰώνιον· ὁ δὲ ἀπειθῶν τῷ υἱῷ οὐκ ὄψεται ζωήν, ἀλλ᾿ ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ μένει ἐπ᾿ αὐτόν. (Τι εννοεί εδώ ο ευαγγελιστής με τη λέξη ‘πιστεύων’; Σίγουρα όχι την πίστη ότι απλά ο Χριστός υπήρχε ή έστω ότι ήταν άγγελος. Είναι κάποια πίστη σύμφωνα με την οποία, οποίος απειθεί στο Χριστό δέχεται την οργή του Θεού. Μα ο Θεός στις Δώδεκα εντολές λέει ότι μόνο σε Αυτόν οφείλουμε λατρεία -και άρα πίστη, αφού λατρεύουμε μόνο ότι πιστεύουμε- οπότε αφού εξοργίζεται με την μη πίστη στο Χριστό, μας ξεκαθαρίζει ότι ο Χριστός είναι Θεός. Εξάλλου πουθενά ο Θεός δεν εξοργίζεται στις Γραφές με την μη πίστη μας σε άγγελο ή κτίσμα – το οποίο θα ήταν και παράλογο – και άρα ο Χριστός δεν εντάσσεται σε αυτές τις δύο κατηγορίες-αγγέλου ή κτίσματος).

Ιω. 5,23 ἵνα πάντες τιμῶσι τὸν υἱόν, καθὼς τιμῶσι τὸν πατέρα. ὁ μὴ τιμῶν τὸν υἱὸν οὐ τιμᾷ τὸν πατέρα τὸν πέμψαντα αὐτόν. (Είναι σαφέστατη η διευκρίνιση ότι ο Πατήρ απαιτεί να τιμάται ο Χριστός με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τον οποίο τιμάται ο ίδιος από τους πιστούς. Εδώ ισχύει ο σχολιασμός του προηγούμενου χωρίου)

Ιω. 8,19 ἔλεγον οὖν αὐτῷ· ποῦ ἐστιν ὁ πατήρ σου; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· οὔτε ἐμὲ οἴδατε οὔτε τὸν πατέρα μου· εἰ ἐμὲ ᾔδειτε, καὶ τὸν πατέρα μου ᾔδειτε ἄν. (Όποιος γνωρίζει τον Υιό γνωρίζει και τον Πατέρα. Είναι όμως ποτέ δυνατό, η γνωριμία με ένα κτίσμα να ταυτίζεται με τη γνώση του άκτιστου Θεού; Όχι. Άρα και εδώ ο Χριστός ονομάζεται Θεός και μάλιστα με την αυτή Ενέργεια του Πατρός)

Ιω. 10,30 ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν. (Είναι σαφής η ενότητα Πατρός και Υιού και μάλιστα τέτοιας ποιότητος ώστε να μην επιδέχεται ερμηνεία του Υιού ως κτίσματος)

Ιω. 14,6 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι᾿ ἐμοῦ. εἰ ἐγνώκειτέ με, καὶ τὸν πατέρα μου ἐγνώκειτε ἄν. καὶ ἀπ᾿ ἄρτι γινώσκετε αὐτὸν καὶ ἑωράκατε αὐτόν. Λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν Πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τοσοῦτον χρόνον μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι, καὶ οὐκ ἔγνωκάς με, Φίλιππε; ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν Πατέρα· καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα; οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ὁ Πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ· ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς ποιεῖ τὰ ἔργα. (Για να προσεγγίσει κάποιος το Θεό πρέπει να το κάνει δια μέσω του Χριστού. Είναι όμως δυνατόν ο άκτιστος και Θεός να περιορίζεται από κάποιο κτίσμα όσον αφορά την επικοινωνία του με τον κόσμο;!! Όποιος βλέπει το Χριστό βλέπει και τον Πατέρα. Μα πώς είναι δυνατόν όποιος βλέπει ένα κτίσμα να βλέπει και τον Θεό; Άρα και πάλι φαίνεται ότι ο Χριστός δεν είναι κτίσμα. Τέλος, η έκφραση ’’ἐγὼ ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ὁ Πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι’’ δε χρειάζεται κάποιον σχολιασμό. Είναι σαφέστατη η διατύπωση του Χριστού περί της σχέσης Του με το Θεό.)

Ιω. 20,28 καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. (Εδώ ο Θωμάς αναγνωρίζει το Χριστό ως Θεό)

Α’ Ιω. 2,23 πᾶς ὁ ἀρνούμενος τὸν Υἱὸν οὐδὲ τὸν Πατέρα ἔχει. (Εδώ προφανώς ο Απόστολος Ιωάννης όταν αναφέρεται στο γεγονός της αρνήσεως του Υιού δεν εννοεί άρνηση της ύπαρξης του Θεού αλλά άρνηση της ιδιότητός Του, δηλαδή της Θεότητός Του. Αυτό μάλιστα γίνεται περισσότερο εμφανές επειδή συνδέει την αναγνώριση του Θεού Πατρός με την αναγνώριση του Θεού Υιού)

Ιου. 1,4 παρεισέδυσαν γάρ τινες ἄνθρωποι, οἱ πάλαι προγεγραμμένοι εἰς τοῦτο τό κρῖμα, ἀσεβεῖς, τήν τοῦ Θεοῦ ἡμῶν χάριν μεταθέντες εἰς ἀσέλγειαν καί τόν μόνον δεσπότην καί Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν ἀρνούμενοι. (Στο σημείο αυτό ο Ιούδας (όχι ο Ισκαριώτης) ονομάζει ασεβείς τους ανθρώπους οι οποίοι εκτός των άλλων δεν παραδέχονται τον Χριστό ως Κύριο και δεσπότη. Η αναγραφή με κεφαλαίο ‘Κ’ του Κυρίου, δεν παραπέμπει στο όνομα του Χριστού αλλά αποτελεί ιδιότητα του Χριστού. Ο Χριστός είναι ο Κύριος του κόσμου. Ο Κύριος του κόσμου, όμως, δεν μπορεί να είναι ένα δημιούργημα που να περιέχεται στον κόσμο διότι τότε θα ήταν περιεχόμενο του κόσμου και όχι ‘ο περιέχον’ τον κόσμο, δηλαδή ο Κύριος του κόσμου. Εάν ο Χριστός δεν ήταν Θεός, όχι μόνο Κύριος του κόσμου δεν θα ήταν αλλά θα ίσχυαν και για Αυτόν οι περιορισμοί του κόσμου –τόπου, χρόνου κλπ)

Ρωμ. 9,5 ὧν οἱ πατέρες, καὶ ἐξ ὧν ὁ Χριστὸς τὸ κατὰ σάρκα, ὁ ὢν ἐπὶ πάντων Θεὸς εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν (Ο
Χριστός ονομάζεται ‘ο ων επί πάντων’. Το κυριαρχικό του Χριστού πάνω στον κόσμο ανήκει μόνο στο Θεό. Συνεπώς ο Χριστός αποκαλείται Θεός).

Εβρ. 1,8 πρὸς δὲ τὸν υἱόν· ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος· (Στο σημείο αυτό, στην προς Εβραίους επιστολή, γίνεται αναφορά στο Χριστό και παρατίθεται ξεκάθαρα ο προσδιορισμός του Χριστού ως ‘Θεός’)