Δε σας κρύβω πως το DONUS αρχικά δεν ήθελα να το διαβάσω. Δεν ήταν το μέγεθός του που με τρόμαζε ούτε με αποθάρρυνε το θέμα που πραγματεύεται: γενοκτονίες , διωγμοί και απελάσεις. Δηλαδή, θλίψη και πόνος. Αυτό που με ενοχλούσε ήταν γιατί ο τίτλος του να είναι στα τουρκικά, τη στιγμή που το θέμα του βιβλίου ‘’στάζει’’ ελληνικό αίμα.
Η απάντηση δίδεται από τις πρώτες σελίδες: Η συγγραφέας, πολύ έξυπνα, αφηγείται τα γεγονότα μέσα από τα μάτια των ηρώων της , που όμως είναι όλοι Τούρκοι. Η γιαγιά Ιπέκ, ο εγγονός της Γκιοκάν, ο εθνικιστής Κοράι, η γλυκιά Μελέκ, ο ευπροσήγορος Μπαρίς, κρατάνε την άκρη του νήματος.
Και το κουβάρι αρχίζει να ξετυλίγεται….
Οι σπαρακτικές κραυγές της γειτόνισσας, της τρελής γριάς Ρωμιάς, το παιχνίδισμα της κουρτίνας , μπρος στο παράθυρο, αυτό που έβλεπε στον Μεγάλο Δρόμο εκείνη την ημέρα της 6/09/ 1955, ένα παράξενο όνειρο μ’ έναν γερο- κουρελή με μακριά γενειάδα, ένα κρυμμένο βιβλίο με σταυρούς, το παλιό γαλλικό μπαγιού με τα χρυσά φινιρίσματα, τα
« ταρζάντζα» της μπαμπαανέ Σιλά, ένας παλιός σταυρός με κόκκινο ρουμπίνι. Όλα μια αφορμή για να ξεκινήσουν οι ήρωές μας το ταξίδι της επιστροφής. Άλλωστε DONUS σημαίνει επιστροφή. Επιστροφή στην αλήθεια: την ιστορική, την προσωπική , την πνευματική, όπως επισημαίνεται και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. « Συχνά η αλήθεια είναι μπροστά μας ολοζώντανη και είναι επιλογή μας να μην θελήσουμε να τη δούμε, να αρνηθούμε να τη δεχτούμε… ( επειδή) Η αλήθεια μας πονά. Μα η λύση δεν είναι να αποφύγουμε τα επώδυνα συμπτώματα, πρέπει να θεραπεύσουμε την αρρώστια.»
Η εξιστόρηση ξεκινά στο 2013 με τα γεγονότα της εξέγερσης στο πάρκο Γκεζί. Μία οικογενειακή διαφωνία ανάμεσα στον φοιτητή Γκιοκάν και τον πατέρα του θα σταθεί η αφορμή για να ταξιδέψει η γιαγιά Ιπέκ, με άρμα τις αναμνήσεις της, από το βίαιο παρόν στο εξίσου- ή και περισσότερο- βίαιο Σεπτέμβρη του 1955 : την ημέρα του προγκρόμ κατά των Ελλήνων.
Όμως το DONUS δεν εστιάζει μόνο στο 1955. Για να είμαστε ακριβείς, καταπιάνεται με μεγάλο μέρος των διωγμών που υπέστησαν οι χριστιανικοί πληθυσμοί (Έλληνες και Αρμένιοι) από το 1914, για να συνεχίσει με τους διωγμούς του 1919 και να καταλήξει στις απελάσεις των Ελλήνων το 1922. Διατρέχοντας το πρώτο μισό του 20ου αιώνα συμπεραίνουμε πως στο πέρασμα του χρόνου η Τουρκία ήταν πάντα η ίδια, αντιδρά με παρόμοιους τρόπους: με τη βία. Θαρρείς πως η χώρα αυτή είναι πάντοτε ένα καζάνι που βράζει και δε διστάζει να προκαλεί αναστατώσεις είτε στο εσωτερικό της είτε στο εξωτερικό.
Μέσα από αναδρομές και πισωγυρίσματα, μεταφερόμαστε σε προηγούμενες εποχές, χωρίς ποτέ να χάσουμε επαφή με το παρόν . Η συγγραφέας μας μετατοπίζει συνεχώς από το ένα γεγονός στο άλλο χωρίς όμως να γίνεται κουραστική καθώς νέες ιστορίες ανακύπτουν κι έχουμε αγωνία πως θα εξελιχθούν. Ωστόσο, νιώθω την ανάγκη να προετοιμάσω τον αναγνώστη: Τα γεγονότα του παρόντος πλέκονται συνέχεια με αυτά του παρελθόντος , κάποιες φορές ακόμα και στην ίδια σελίδα. Ίσως αυτό να δημιουργεί μια δυσκολία στον αναγνώστη, αλλά εγείρει και τον θαυμασμό προς τη συγγραφέα, η οποία φαίνεται να μπορεί με άνεση να κινείται στις «σελίδες» της Ιστορίας, ενώ παράλληλα μας χαρίζει μυθιστορηματικούς ήρωες που μπαίνουν στην καρδιά μας.
Ένας τέτοιος ήρωας, που με συμπάθεια στεκόμαστε απέναντί του, είναι η Σοράλ Μπενσού, αρχαιολόγος, καθηγήτρια νεότερης τουρκικής Ιστορίας σε πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης . Για τους ήρωες του βιβλίου είναι ο βοηθός τους στην ανεύρεση της ιστορικής αλήθειας. Για εμάς τους αναγνώστες είναι ο ευφυής τρόπος που σκαρφίστηκε η συγγραφέας για να έρθουμε σε επαφή με την πληθώρα των ιστορικών ντοκουμέντων που παρατίθενται στο βιβλίο και που αλλιώς η ανάγνωσή τους θα μας γινόταν κουραστική
( ίσως και βαρετή). Έτσι νιώθουμε να καθόμαστε κι εμείς στα έδρανα της κατάμεστης πανεπιστημιακής αίθουσας όπου η καθηγήτρια παραθέτει με τόλμη πλήθος ιστορικών ντοκουμέντων τόσο από τα αρχεία της Τουρκίας όσο και των συμμάχων της. Ντοκουμέντα και τεκμήρια που κατακρημνίζουν την μέχρι τώρα επιβεβλημένη «πραγματικότητα». Η καθηγήτρια τολμάει μια τέτοια αποκάλυψη ενώ γνωρίζει πολύ καλά ότι στη χώρα της «ο Ποινικός Κώδικας εξακολουθεί να θεωρεί κολάσιμη την αναφορά σε γενοκτονία, όταν αυτή συνδέεται με Αρμένιους και Έλληνες.»
«Το ξέρετε καλά», αποκρίνεται στον πρύτανη όταν την συμβουλεύει να προσέχει, « όπου κι αν σκάψουμε σ’ αυτή τη γη βρίσκουμε ελληνικές επιγραφές, παμπάλαιες εκκλησίες και κόκκαλα, κόκκαλα από σφαγές! Ως πότε θα υποκρινόμαστε ότι δεν τα βλέπουμε; Ως πότε θα τα κρύβουμε; Δεν πρέπει κάποτε τα πράγματα να μπούνε στη σωστή τους θέση;»
Η Μπενσού είναι μια ηλιαχτίδα μέσα στα ζοφερά γεγονότα που διατρέχουν το βιβλίο. Είναι ο άνθρωπος που στέκεται στο ύψος των περιστάσεων : όταν της αποκαλύφθηκε η αλήθεια δεν μίσησε την πατρίδα της, αλλά αυτήν την αλήθεια την έκανε σημαία της και σκοπό της ζωής της. «Αγάπη για την πατρίδα σημαίνει να προσπαθήσουμε να την τιμήσουμε, να την υψώσουμε ψηλώνοντας εμείς οι ίδιοι, ώστε να γίνει η Τουρκία αυτό που ονειρευόμαστε. Όχι να κοντύνουμε τους διπλανούς για να φανούμε ψηλότεροι. Και δεν θα καταφέρουμε να «ψηλώσουμε» ούτε να χαράξουμε σωστή πορεία ως έθνος, αν δεν δούμε κατάματα το παρελθόν, όπως είναι, όχι όπως θα προτιμούσαμε να ήταν.»
Αν η καθηγήτρια Σοράλ είναι αυτή που δείχνει τον δρόμο για την ιστορική αλήθεια, η γνωριμία με έναν χαρισματικό ορθόδοξο ιερέα θα σταθεί ορόσημο στη ζωή των νεαρών φοιτητών.
Ο π. Χριστόφορος, Κριστοφόρ – μπαμπά,ο οποίος χαρακτηρίζεται από διάκριση και απλότητα, με γνήσια αγάπη και κυρίως με το παράδειγμά του, θα τους διδάξει πως ο Θεός των χριστιανών «αγάπη εστί» και πως «φανερώνεται σε όποιον Τον αναζητά». « Όλοι είμαστε παιδιά του Θεού», τους λέει « Και όλοι- λίγο ή πολύ- Τον αδικήσαμε. Τον αφήσαμε, Τον ξεχάσαμε, φύγαμε μακριά Του, γεμίσαμε αμαρτίες. Μόνο που χωριζόμαστε σε εκείνους που το συνειδητοποίησαν και προσπαθούν να βρουν τον δρόμο της επιστροφής και σε κείνους που το ξέχασαν και δεν ψάχνουν καν τον δρόμο.»
Το DONUS,λοιπόν, μας αποκαλύπτει την κρίση ταυτότητας που ζει μερίδα του πληθυσμού της γείτονος χώρας. Οι ήρωες καλούνται να βιώσουν τις συνέπειες που προκαλεί η ανακάλυψη της ιστορικής αλήθειας κάτι που έχει επιπτώσεις στη δική τους πορεία,
( επιπτώσεις όχι θεωρητικές, αλλά πολύ χειροπιαστές.)
Είναι, όμως κι ένα μυθιστόρημα που αντλεί τις ιστορίες του από τo αιματηρό παρελθόν. Άλλωστε δεν μπορείς να μιλήσεις για το DONUS χωρίς να αναφερθείς στις γενοκτονικές πρακτικές που βίωσαν οι πρόγονοί μας. Με τις συνεχείς αναδρομές στο παρελθόν:
– βλέπουμε τον τρόμο στα μάτια της Μελιτινής καθώς τρέχει να προλάβει να κρύψει ό,τι πιο πολύτιμο έχει όταν ο όχλος εισβάλει στο σπίτι της για να λεηλατήσει όχι μόνο περιουσίες αλλά και ζωές,
– ζούμε την αγωνία του μικρού Αρμένη Αντόν καθώς διασχίζει την έρημο και τρέχει να σωθεί από τα τσακάλια,
-διατρέχουμε τα βουνά του Πόντου μαζί με τον Πόντιο αντάρτη Ιστιφάν –αγά, που καρτερεί για μια βοήθεια που ποτέ δεν έρχεται,
-βαδίζουμε στο χιόνι μαζί με την Αριάδνη σε μια από τις αμέτρητες πορείες θανάτου,
– θρηνούμε με την μικρομάνα Χρυσή που πάντα τόσο άδεια μένει η αγκαλιά της,
-γελάμε πικρά με τον Αντωνάκη, τον πλούσιο έμπορο της Αμισού, που τόσο μάταια, τελικά μάζευε… μάζευε…
– κλαίμε απαρηγόρητα μαζί με την Χαρίκλεια που άφησε πίσω της όχι μόνο σπίτι και περιουσία, αλλά και την μικρή Σοφία.
Από τις σελίδες του βιβλίου περνάνε και πρόσωπα υπαρκτά. Γνωρίζουμε έτσι τη δράση του Γερμανού Καραβαγγέλη, επισκόπου Αμασείας και παρακολουθούμε τον αγώνα του να τρέξει, να προλάβει, να σώσει ψυχές. Μαθαίνουμε την δράση πολλών ξένων διπλωματών, που με πολλές προφυλάξεις κινήθηκαν με σκοπό να προστατεύσουν τους διωκόμενους πληθυσμούς. Θαυμάζουμε την ηρωική Ελβετίδα δασκάλα Beatrice Rohner που στάθηκε σαν μάνα για τα ορφανά Αρμενόπουλα.
Το DONUS, λοιπόν, είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα και δεν το κρύβει: μεγάλο μέγεθος, ιστορικά ντοκουμέντα και πηγές, υπαρκτά πρόσωπα. Η συγγραφέας του , όμως κατορθώνει να ισορροπήσει απόλυτα ανάμεσα στη ιστορία και την ενδιαφέρουσα μυθοπλασία. Το αποτέλεσμα; Ένα βιβλίο κατάθεση για το δράμα του Μικρασιατικού Ελληνισμού που σε συνεπαίρνει με την πλοκή του ενώ παράλληλα διδάσκεσαι ιστορία.
Επιτρέψτε μου να κλείσω με μια προσωπική εξομολόγηση: Το βιβλίο το τελείωσα αργά το απόγευμα του Μ. Σαββάτου, εκείνη τη γλυκιά ώρα της προσμονής του πιο χαρμόσυνου μηνύματος της πίστης μας. Δε σας κρύβω πως ένιωθα λίγες τύψεις που δεν διάβαζα κάτι πιο πνευματικό που θα με προετοίμαζε για την αναστάσιμη Θ. Λειτουργία. Ωστόσο, κλείνοντας το βιβλίο δεν ένιωθα μετανιωμένη. Το DONUS δεν είναι ένα βιβλίο φρίκης πόνου και θλίψης, αλλά ένα βιβλίο αισιοδοξίας και ελπίδας. Εκείνης της ελπίδας που περιμένουμε εκατό χρόνια τώρα να ανατείλει στις αλύτρωτες πατρίδες μας. Της αναστημένης ελπίδας που προσφέρει μόνο η γνώση της αλήθειας.
*Πρόκειται για το κείμενο με το οποίο η Σύρμω Τουτολίδου, Τεχνολόγος Ιατρικών Εργαστηρίων και πρεσβυτέρα, παρουσίασε το βιβλίο DONUS της Σταματίας Καραγεωργίου-Πάπιστα, εκδ. Έαρ, στο Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα (4/3/2023).