Live radio
“Ένας σεβάσμιος οικονόμος των μυστηρίων του Θεού “

Του Κυριάκου Δημ. Μωυσίδη

Υποψ. Διδάκτορος Θεολογίας ΕΚΠΑ

 

Την ημέρα μνήμης και τελέσεως εορτής μεγάλης, της Συνάξεως των Αρχαγγέλων και Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ, επέλεξε ο Κύριος και Θεός μας Ιησούς Χριστός, να παραλάβει την ψυχή ενός σεβάσμιου και ευλαβέστατου κληρικού της Ιεράς Μητροπόλεως Καστορίας, του μακαριστού, πλέον, Πρωτοπρεσβυτέρου Ελευθερίου Μωυσίδη.

Ένας λευίτης του Ευαγγελίου, ένας διάκονος και λειτουργός των του Θεού Μυστηρίων έλαβε την θεία εντολή να μεταβεί από τον θάνατο στη ζωή, από τον χειμώνα στην άνοιξη, από το σκότος στο φως.

Κι ενώ ήδη αυλίζεται στον ουρανό, μαζί με τους γονείς του, την αγαπημένη του πρεσβυτέρα Αθηνά και τα τρία από τα πέντε αδέρφια του, μεταξύ των οποίων κι ο πατέρας μου και αδερφός του Δημήτριος Μωυσίδης, θέλησα, ως ο μικρότερος από τα ανίψια του, να αποτίσω, διά μέλανος και χάρτου, για πολλοστή φορά, τον βαθύτατο σεβασμό μου, την αγάπη και την ευγνωμοσύνη μου προς το γλυκύτατο πρόσωπό του.

Ο μακαριστός π. Ελευθέριος γεννήθηκε το 1931 στο χωριό Αγία Κυριακή Καστοριάς από γονείς, τον Κυριάκο και την Αναστασία, ούτε πλούσιους, ούτε περίδοξους, αλλά κεκοσμημένους με τις χριστιανικές αρετές, πρόσφυγες ευσεβείς και ενάρετους, οι οποίοι δίδαξαν παιδεία στα έξι τους παιδιά και τους θήλασαν με το γάλα της χριστιανικής ευσέβειας.

Από μικρός δίπλα στους γονείς του, ως ο πρωτότοκος, για να ανατραφούν τα αδέρφια του και εργαζόμενος να προσφέρει στα οικογενειακά βάρη. Το ενδιαφέρον για τα αδέρφια του και τις οικογένειές τους, κυρίως μετά τον θάνατο των γονέων του, συνεχές, αληθινό, πατρικό. Μέχρι και τις τελευταίες του ώρες ενδιαφερόταν και ρωτούσε για όλους μας. Έναν προς έναν.

Παράλληλα, παιδεύθηκε τα εκκλησιαστικά γράμματα της εποχής του και ο πόθος του, από τη νεαρή του ηλικία, να περιβληθεί το ιερατικό αξίωμα ήταν άσβεστος. Ο ζήλος του πολύς και τα δείγματα των πνευματικών του δυνάμεων ικανά για να πείσουν την Εκκλησία και τον Επίσκοπο της Επαρχίας Καστοριάς ότι «ικανός έσται και ετέρους διδάξαι»1.

Έτσι, στις 16 Φεβρουαρίου 1971, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Καστοριάς, ο Μητροπολίτης Καστορίας Δωρόθεος (Γιανναρόπουλος) τον χειροτόνησε Διάκονο και την επομένη, 17 Φεβρουαρίου, στον ίδιο Ιερό Ναό, έλαβε τον βαθμό του Πρεσβυτέρου, προς πλήρωση της εφημεριακής θέσεως στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Λεύκης, όπου επιτελούσε τα ιερατικά του καθήκοντα «μετά φόβου Θεού και άκρας ευλαβείας»2.

Άξιο αναφοράς είναι, πως για τις ανάγκες της Μητροπόλεως, για ένα διάστημα, το έτος 1977, απεσπάσθη, προσωρινά, στο χωριό Κρυσταλλοπηγή, στη γραμμή των ελληνοαλβανικών συνόρων, δίνοντας κι εκεί την μαρτυρία του ονόματος του Χριστού με σθένος και αυταπάρνηση.

Κατόπιν τούτου, το έτος 1979, με απόφαση του Μητροπολίτου Καστορίας Γρηγορίου Β΄ (Μαΐστρου), μετατέθηκε στον Ενοριακό Ιερό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης πόλεως Καστοριάς. Εκεί υπηρέτησε μέχρι της συνταξιοδότησής του από την εφημεριακή οργανική του θέση, επί μακαριστού Μητροπολίτου Καστορίας κυρού Σεραφείμ, συνεχίζων, όμως, ανελλιπώς, να καθίσταται σεβάσμιος λειτουργός της αναιμάκτου ιερουργίας.

Ως ιερέας ο π. Ελευθέριος, πλήρης ζήλου και αποβλέποντας στη δόξα της Εκκλησίας, αγαπούσε υπερβαλλόντως την ευπρέπεια του οίκου του Θεού. Από τις Ενορίες που πέρασε άφησε το αποτύπωμά του και τα έργα του είναι εμφανή μέχρι και σήμερα. Προσπάθησε να αναδειχθεί άξιος εργάτης του αμπελώνος του Κυρίου και να αγωνιστεί ως στρατιώτης του Χριστού για να λάβει τον στέφανο της ζωής.  Είχε, κατά τον Απόστολο Παύλο, «το μυστήριο της πίστεως εν καθαρά συνειδήσει»3. Πενήντα περίπου χρόνια αφοσιωμένος διάκονος της Εκκλησίας του Θεού.

Αποστρεφόταν το ψεύδος,  ήταν ειλικρινής, δίκαιος, τίμιος, αγαθός, φιλόπατρις, αμνησίκακος. Σεβάσμιος ιερέας μα και φιλόστοργος οικογενειάρχης. Χαιρόταν την οικογένειά του, την οποία καθημερινά κατά Θεόν γαλουχούσε και συμβούλευε. Μέχρι και την πρεσβυτική του ηλικία καμάρωνε να βλέπει στο στήριγμά του, στην μοναχοκόρη του Αναστασία, τις αξίες και αρχές που ο ίδιος και η λατρεμένη του πρεσβυτέρα τής μετέδωσαν.

Τα αμέσως προηγούμενα χρόνια, μεγάλος στην ηλικία, και παρά τις κατά διαστήματα νόσους ταλαιπωρίας, με ακέραιες μέχρι τέλους, όμως, τις διανοητικές του δυνάμεις, προσέγγιζε, προαισθανόμενος το τέλος του βίου του, με ζέση πίστεως το Άγιο Ποτήριο και κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων.

Με αυτά τα χαρακτηριστικά του βίου του, αντιληπτά στον κάθε ένα που τον γνώριζε και τον ζούσε, νομίζω ότι βεβαιώνεται η ελπίδα, την οποία πρέπει να έχουμε στον Πανάγαθο Θεό, πως για τον π. Ελευθέριο βρίσκει εφαρμογή το παλαιοδιαθηκικό χωρίο του Σειράχ, «τω φοβουμένω τον Κύριον ευ έσται επ᾿ εσχάτων, και εν ημέρα τελευτής αυτού ευρήσει χάριν»4, δηλαδή, σε αυτόν που σέβεται και αγαπά τον Κύριο, θα δοθούν καλά τέλη ζωής, και κατά την ημέρα του θανάτου του θα βρει χάρη ενώπιον του Θεού.

Και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, στον Επιτάφιο που απευθύνει στην ευσεβέστατη βασίλισσα και σύζυγο του Μεγάλου Θεοδοσίου Αγία Πλακίλλα, αναφέρει, πως η αντιμισθία όσων έζησαν εν Χριστώ δεν περιορίζεται μόνο στα έσχατα αγαθά και στην ευλογημένη ημέρα της τελευτής τους, αλλά μετακινείται και στην άνω ζωή, όπου «απάτη ου πολιτεύεται, διαβολὴ ου πιστεύεται, κολακεία χώραν ουκ έχει, ψεύδος ου καταμίγνυται, ηδονή τε και λύπη, και φόβος και θάρσος, και πενία και πλούτος, και δουλεία και κυριότης και πάσα τοιαύτη του βίου ανωμαλία πορρωτάτο απέχουσιν, και όπου αντί τούτων αμαράντινος της δόξης στέφανος και ευφροσύνη, τέλος ουκ έχουσα»5.

Πολυσέβαστέ μου π. Ελευθέριε, εργάστηκες στον αμπελώνα του Κυρίου, αύξησες το τάλαντό σου, «αγωνίστηκες τον καλό αγώνα, τον δρόμο τετέλεκας, την Πίστη τετήρηκας»6, πορεύου την αγαθή πορεία. Έχεις ως εφόδια τις προσευχές της Εκκλησίας, του Ποιμενάρχου της Μητροπόλεως που υπηρέτησες Μητροπολίτου Καστορίας κ. Καλλινίκου, της οικογενείας σου, των συγγενών σου, των ενοριτών σου.

Όλοι μαζί σε προπέμπουμε με ευλάβεια, από τον πρόσκαιρο και επίγειο αυτόν βίο, στην ουράνια, μόνιμη και κοινή για όλους μας πατρίδα.

Και Συ Αρχάγγελε Μιχαήλ, θείε νόε, εν τη ώρα ταύτη, τη του Ελευθερίου Πρεσβυτέρου θανάτου, πάρεσο βοηθός ευμενέστατος7.

Ελευθερίου του ευλαβεστάτου και σεβαστού ιερέως, αιωνία η μνήμη.


[1] Β΄Τιμ. 2,2.

[2] Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εις Ανδριάντας ομιλία Β’, ΕΠΕ 31,664.

[3] Α΄Τιμ. 3,9.

[4] Σοφ. Σειρ. 1,13.

[5] Γρηγόριος Νύσσης, Επιτάφιοςλόγος εις Πλακίλλανβασίλισσαν, ΡG 46, σελ. 889Β.

[6] Β΄Τιμ. 4,7.

[7] Στους Αίνους Στιχηρά Προσόμοια,ήχος α΄, Εορτή Συνάξεως των Αρχαγγέλων.