Με αφορμή την σημερινή επέτειο της κοιμήσεως, του Αρχιμανδρίτου π. Επιφανίου Θεοδωρόπουλου (10 Νοεμβρίου 1989) και της συμπληρώσεως 35 ετών από αυτή, το Γραφείο Τύπου της Ιεράς Μητροπόλεως Καστορίας, αναδημοσιεύει απομαγνητοφωνημένο κήρυγμα του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου. Ο Σεβασμιώτατος, ως ο βιογράφος του Αγίου Καλλινίκου, μιλά για την πνευματική, εγκάρδια και ειλικρινή φιλία μεταξύ του Αγίου Καλλινίκου Μητροπολίτου Εδέσσης και του ευλογημένου, σοφού και ακριβοδίκαιου κληρικού π. Επιφανίου. Η ομιλία του Μητροπολίτου Ναυπάκτου έγινε κατά την θεία Λειτουργία της μνήμης του Αγίου Καλλινίκου στην Ναύπακτο (8-8-2024) και δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική και έντυπη εφημερίδα “Εκκλησιαστική Παρέμβαση”.
*
Του Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Εἶναι γνωστό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀπό τήν πείρα πού ἔχουμε τό πόσο μεγάλη εἶναι ἡ σημασία τοῦ νά ἔχη κανείς ἕναν καλό φίλο, καί γενικά τό νά ἔχη καλούς φίλους στήν ζωή του. Ὅταν κανείς ἔχη ἕναν καλό φίλο, συζητᾶ μαζί του τά θέματα πού τόν ἀπασχολοῦν, ἐκτός ἀπό τόν πνευματικό του πατέρα, καί μάλιστα, ἄν αὐτός ἔχη σοφία καί γνώση, τότε ζητᾶ συμβουλές γιά νά πορεύεται στήν ζωή του.
Αὐτό τό ἔχουν παρατηρήσει καί οἱ παλαιοί. Γιά παράδειγμα, ὁ Ἀριστοτέλης στά «Ἠθικά Νικομάχεια» γράφει: «ἔστι ὁ φίλος ἄλλος αὐτός», δηλαδή ὁ φίλος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός σου. Ἄν ἔχη κανείς ἕναν καλό φίλο, τότε εἶναι σάν νά εἶναι ὁ ἴδιος του ὁ ἑαυτός. Καί ὁ κάθε ἄνθρωπος ἐπιλέγει τόν φίλον του, ὁ ὁποῖος ἀνταποκρίνεται στά δικά του χαρίσματα, στίς δικές του ἐπιδιώξεις. Γι’ αυτό ὁ λαός λέγει: «Πές μου ποιός εἶναι ὁ φίλος σου νά σοῦ πῶ ποιός εἶσαι». Καί ὑπάρχει μιά ἑνότητα μεταξύ τῶν φίλων, γι’ αὐτό καί ὁ Πλάτων ἔλεγε: «Κοινά τά τῶν φίλων», δηλαδή οἱ φίλοι ἔχουν κοινά στήν ζωή τους.
Αὐτό τό βλέπουμε σέ πολλά παραδείγματα καί ἀπό τήν ἀρχαία Ἑλλάδα καί ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα καλῶν φίλων ἦταν ἡ φιλία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, οἱ ὁποῖοι ἦταν φίλοι ἀπό τίς σπουδές τους καί συνέχισαν τήν φιλία τους καί μετά πού ἔγιναν Ἐπίσκοποι καί ἀντάλλαζαν σκέψεις πάνω σέ ἐκκλησιαστικά καί θεολογικά ζητήματα καί ὁ ἕνας ὑποστήριζε τόν ἄλλον. Ἦταν σάν νά ἦταν μία ψυχή σέ δύο σώματα.
1. Ἅγιος Καλλίνικος καί πατήρ Ἐπιφάνιος, δύο ἐκλεκτοί φίλοι
Ἐάν προσπαθήσουμε νά δοῦμε, λόγω τῆς σημερινῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, ποιός ἦταν ὁ πραγματικός φίλος του, διότι κάθε ἄνθρωπος ἔχει κάποιον στόν ὁποῖον ἀνοίγει τήν καρδιά του – ἐπαναλαμβάνω ἐκτός τοῦ πνευματικοῦ πατέρα – καί λέει ὅλα τά προβλήματά του, τίς δυσκολίες, τούς πειρασμούς, τίς στενοχώριες καί, μάλιστα, ἄν ὁ ἄλλος, ὁ φίλος, εἶναι ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἔχει πνεῦμα Θεοῦ καί ἔχει νοῦν Χριστοῦ καί αἰσθάνεται αὐτήν τήν σχέση μαζί του, τότε θά λέγαμε ὅτι ὁ κατ’ ἐξοχήν φίλος τοῦ ἁγίου Καλλινίκου ἀπό ἀνθρωπίνης πλευρᾶς, ἦταν ἕνας εὐλογημένος Ἀρχιμανδρίτης, Κληρικός, ὁ ὁποῖος ἦταν στήν Ἀθήνα, ὁ Ἀρχιμανδρίτης πατήρ Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος.
Πρόκειται γιά ἕναν ἐκλεκτό Κληρικό, ὁ ὁποῖος εἶχε τήν ἴδια ἀνιδιοτέλεια μέ ἐκεῖνον καί τό ἴδιο φρόνημα σέ πολλά ζητήματα. Ὁ ἅγιος Καλλίνικος εἶχε φιλανθρωπία, ἀνιδιοτέλεια, ἀφιλαργυρία, τό ἴδιο εἶχε καί ἐκεῖνος. Καί, μάλιστα, ὁ π. Ἐπιφάνιος δέν εἶχε διορισθῆ ὡς Κληρικός, δέν ἤθελε νά διορισθῆ, γιά νά μή λαμβάνη μισθό ἀπό τό Δημόσιο. Ἐπειδή ἦταν δυνατός θεολόγος καί ἱκανός φιλόλογος, γι’ αὐτό ἐργαζόταν στίς «ἐκδόσεις Παπαδημητρίου», κάνοντας κριτικές ἐκδόσεις, διορθώσεις, καί τά χρήματα πού λάμβανε τά χρησιμοποιοῦσε καί γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά καί γιά τούς ἀνθρώπους πού ἦταν πλησίον του.
Ὁ π. Ἐπιφάνιος εἶχε ἀνιδιοτέλεια στόν ὑπέρτατο βαθμό. Γνώριζε ἄριστα τό Κανονικό Δίκαιο τῆς Ἐκκλησίας, γνώριζε πάρα πολύ καλά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πρό παντός τήν Ἁγία Γραφή. Μάλιστα, ὅταν ὁ «Ἐκδοτικός οἶκος Παπαδημητρίου» ἐξέδωσε τήν «Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν», τότε αὐτός ἀνέλαβε νά ἐντοπίση ὅλα τά χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στά ὁποῖα ἀναφέρονται οἱ ἅγιοι τῆς «Φιλοκαλίας».
Αὐτός ἦταν ὁ κατ΄ ἐξοχήν φίλος τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, Μητροπολίτου Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας. Καί καθημερινῶς ἐπικοινωνοῦσαν, δέν ὑπῆρχε ἡμέρα κατά τήν ὁποία δύο-τρεῖς φορές νά μήν ἐπικοινωνοῦν τηλεφωνικά μεταξύ τους. Ὅλα τά προβλήματα πού εἶχε ὁ ἅγιος Καλλίνικος, κατά τήν ἐξάσκηση τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας, καί ἄλλα προσωπικά ζητήματα, τά συζητοῦσε μαζί του, καί ἰδιαίτερα μάλιστα τά ἐκκλησιαστικά ζητήματα. Ἄκουγε τήν σοφή σκέψη του καί ἔτσι ἀντιμετώπιζε τά ἐκκλησιαστικά προβλήματα μέσα στήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο καί στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Τόση ἀγάπη εἶχε ὁ ἅγιος Καλλίνικος στόν π. Ἐπιφάνιο, ὥστε αὐτό φάνηκε καί στήν διαθήκη του. Τόν μνημόνευσε ἰδιαιτέρως. Τόν ἀπεκάλεσε «φίλτατόν μου Ἀρχιμ. π. Ἐπιφάνιον Θεοδωρόπουλον»• καί λέγει ὅτι «εἰς ἀνάμνησιν τῆς πολυετοῦς καί ἀδιαταράκτου φιλίας μας» τοῦ ἀφήνει ξυλόγλυπτο ἐγκόλπιον καί ξυλόγλυπτον ἐπιστήθιον σταυρόν, μία ποιμαντορική ράβδο καί ἕναν σταυρό εὐλογίας, τά ὁποῖα ἐκεῖνος ἔδωσε στήν Ἱερά Μονή τῆς Κεχαριτωμένης, πού εἶχε ἱδρύσει στόν Πόρο τῆς Τροιζήνας.
Πέραν αὐτῶν στήν διαθήκη, τήν ὁποία ὑπαγόρευσε σέ μιά συμβολαιογράφο, παρόντος τοῦ π. Ἐπιφανίου, ἐζήτησε νά ἐνταφιαστῆ «μέ τό ἁπλοῦν ὑφαντόν κίτρινον ἐπιτραχήλιον καί ὠμοφόριον, κατασκευῆς τῆς ἱερᾶς Μονῆς Καλογραιῶν Καλαμῶν», πού ἦταν ὅμοιο μέ τήν στολή πού φορῶ σήμερα. Ἦταν τό ἀγαπημένο του πετραχήλι καί ὠμόφορο. Τό ὅτι ζήτησε νά ἐνταφιαστῆ μέ αὐτά νομίζω ὅτι τό ἔκανε ὄχι τόσο γιά τό χρῶμα, τήν ποιότητα καί τήν ἁπλότητα, ἀλλά κυρίως διότι τοῦ τά ἔκανε δῶρο ὁ πατήρ Ἐπιφάνιος καί ἤθελε ἔτσι νά τιμήση τήν φιλία του, νά τόν ἔχη μαζί του καί στόν τάφο. Τόση μεγάλη ἀγάπη εἶχε στόν ἐκλεκτό του φίλο.
Ἀλλά καί ὁ πατήρ Ἐπιφάνιος τόν ἀγαποῦσε ὑπερβολικά. Ὅταν ἑπτά μῆνες ἦταν ἄρρωστος στό νοσοκομεῖο στήν Ἀθήνα καί ἤμουν κοντά του, κάθε βράδυ, καί πολλές φορές δύο φορές τήν ἡμέρα, ἐρχόταν νά τόν ἐπισκεφθῆ. Καί ἐπειδή πάντοτε, ὅταν ἦταν καλά, ἤθελε νά τοῦ ἀσπαστῆ τό χέρι του καί ὁ ἅγιος Καλλίνικος δέν τοῦ τό ἔδινε, ἐρχόταν στό νοσοκομεῖο, καί ἐπειδή ἐκεῖνος ἦταν ἡμίπληκτος καί δέν μποροῦσε νά κινήση τό ἀριστερό του χέρι, ἔλεγε ὁ πατήρ Ἐπιφάνιος: «Τώρα μπορῶ νά τό ἀσπαστῶ», καί τό ἀσπαζόταν.
2. Ὁ πατήρ Ἐπιφάνιος γιά τόν φίλο του ἅγιο Καλλίνικο
Ὅταν ἐκοιμήθη ὁ ἅγιος Καλλίνικος, ὁ π. Ἐπιφάνιος ὡς φίλος του λυπήθηκε πολύ. Ἔπειτα ἔγραψε ἕνα μικρό ἄρθρο γι’ αὐτόν, πού νομίζω εἶναι ἕνα καταπληκτικό πορτραῖτο γιά τόν ἅγιο Καλλίνικο, ἀλλά νομίζω ἐκφράζει καί την δική του ζωή, διότι παρουσιάζοντας τόν φίλο του, τόν Καλλίνικο, τώρα ἅγιο, οὐσιαστικά ἐξέφραζε καί τήν δική του ζωή.
Ὑπῆρχε ἀμοιβαία ἀγάπη μεταξύ τους. Καί μάλιστα τόσο πολύ ἀγαποῦσε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ὥστε συνήθιζε ὁ ἅγιος Καλλίνικος, ὅταν ἔβλεπε κάποιον ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶχε εὐφυΐα καί γνώσεις, ἔλεγε ὅτι «αὐτός εἶναι ἕνας στόν λόχο», δηλαδή ἀπό ὅλους τούς στρατιῶτες πού εἶναι στόν λόχο ξεχωρίζει ἕνας. Ἐάν ἔβλεπε κάποιον ἄλλον πού εἶχε περισσότερα χαρίσματα, ἔλεγε ὅτι «αὐτός εἶναι ἕνας στήν Μεραρχία». Μιά φορά, λοιπόν, ὅταν εἶδα νά μιλοῦν μεταξύ τους στό τηλέφωνο, τόν ρώτησα: «Σεβασμιώτατε, ὁ π. Ἐπιφάνιος εἶναι ἕνας στήν Μεραρχία ἤ στό Στράτευμα;», μοῦ ἀπάντησε: «Ὄχι, κάνεις λάθος, βλασφημεῖς, αὐτός εἶναι ἕνας στό ΝΑΤΟ!». Τόσο πολύ τόν ἐκτιμοῦσε, ὥστε ἀπό ὅλους τούς στρατιῶτες στό ΝΑΤΟ ἕνας ξεχωρίζει, ὁ πατήρ Ἐπιφάνιος.
Ὁ π. Ἐπιφάνιος γνώριζε τόν ἅγιο Καλλίνικο καλύτερα ἀπό ὅλους. Γι’ αὐτό μόλις τελείωσε τήν ζωή του ὁ ἅγιος Καλλίνικος, ὁ φίλος του, ἔγραψε ἕνα μικρό κείμενο στό ὁποῖο τοῦ ἔκανε τέλεια περιγραφή, ὄχι μόνο ἐπειδή τόν γνώριζε, ἀλλά ἐπειδή εἶχε καί τήν ἱκανότητα νά ἐκφράζη ἀπόλυτα καί εὐθύβολα καί μέ ἀκριβολογία τίς σκέψεις του.
Γράφει, λοιπόν, γιά τόν ἅγιο Καλλίνικο:
«Ὑπῆρξεν ὑπόδειγμα ταπεινοῦ φρονήματος, πραότητος, εὐγενείας, σεμνότητος, ἀνεξικακίας, ἐργατικότητος, ἠθικῆς ἀκεραιότητος, ἀφιλοχρηματίας, πλήρης φόβου Θεοῦ, πίστεως, ἐλπίδος καί ἀγάπης. Ἐδόξασε δι’ ὅλης αὐτοῦ τῆς ζωῆς τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί ἐτίμησεν ὅσον ὀλίγοι τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν».
Κοιτάξτε τί λόγια προέρχονται ἀπό ἕναν ἄνθρωπο, πραγματικά ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, ἐννοῶ τόν πατέρα Ἐπιφάνιο, πῶς χαρακτηρίζει τόν ἅγιο Καλλίνικο καί μάλιστα ὅτι «ἐδόξασε τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί ἐτίμησε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὅσον ὀλίγοι». Καί μετά ἀρχίζει καί τόν ἐπαινεῖ καί ὑμνεῖ τίς ἀρετές του.
Γράφει γιά τήν «παντελῆ ἀκτημοσύνην του», «τήν βαθυτάτην ταπείνωσίν του», «τήν προσοχήν του κατά τάς χειροτονίας», «τήν μεγάλην προσήνειάν του, τήν φιλοστοργίαν του», «τήν ἀπέραντον ὑπομονήν του», «τήν ἀκαταπόνητον ἐργατικότητά του», «τήν ἀσκητικότητά του», «τήν πραότητα καί εὐγένειά του», «τό ἀδαμάντινον ἦθος του», «τήν ἀκλινῆ προσήλωσίν του εἰς τάς παραδόσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», «τήν λειτουργικήν του σεμνότητα καί ἱεροπρέπειάν του», «τήν διοικητικήν του ἱκανότητα», «τήν φυσικήν εὐφυΐαν του», «τήν πηγαίαν καλωσύνην του». «Ὁσιακή ἦτο ἡ βιοτή του, ὁσιακά τά τέλη του».
Αὐτές τίς ἀρετές τίς ἀνέφερα ἐπιγραμματικά, διότι ἐκεῖνος στό ἄρθρο του ἀναλύει τήν κάθε μία ἀπό αὐτές, δίνοντας παραδείγματα, δέν τά γράφει εἰκῆ καί ὡς ἔτυχε. Ἀλλά καί αὐτά τά ἐπιγραμματικά πού σᾶς εἶπα, τά ὁποῖα γράφει ὁ π. Ἐπιφάνιος γιά τόν ἅγιο Καλλίνικο, εἶναι πολύ σημαντικά, διότι τόν ζωγραφίζει καί, θά ἔλεγα, τόν ἁγιογραφεῖ ἄριστα. Ἕνας ἁγιογράφος, προκειμένου νά παρουσιάση τήν μορφή τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, πρέπει νά ἔχη ὑπόψη του αὐτό τό κείμενο, γιά νά παρουσιάση ὅλες αὐτές τίς ἀρετές του.
Καί ἀφοῦ γράφει αὐτά πού εἶχε ὁ ἅγιος Καλλίνικος, καταλήγει: «Καλλινίκου τοῦ ταπεινοῦ καί πράου Ἐπισκόπου, ἀνδρός κοσμήσαντος τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ καί ἀναλωθέντος ἐν τῇ διακονία αὐτῆς, αἰωνία ἡ μνήμη». Ἐκόσμησε, ὄντως, τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Καί, βεβαίως, πρέπει νά λάβη κανείς ὑπόψη του ὅτι ὁ π. Ἐπιφάνιος ὄχι μόνο γνώριζε πολύ καλά τόν ἅγιο Καλλίνικο, ἀλλά ἦταν καί ὁ ἴδιος πολύ δίκαιος, καί δύσκολα ἀπέδιδε κοσμητικά ἐπίθετα στούς ἄλλους, ἄν δέν ἀνταποκρίνονταν στήν πραγματικότητα. Δέν ἦταν κόλαξ, δηλαδή δέν εἶχε διάθεση κολακείας, ἦταν πραγματικά δίκαιος καί εἰλικρινής σέ ὅλες τίς πράξεις τῆς ζωῆς του.
Αὐτός ἦταν πραγματικά ὁ ἅγιος Καλλίνικος, ὅπως τόν σκιαγράφησε ὁ δίκαιος, εἰλικρινής καί ἀκριβολόγος π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος.
Μάλιστα, στό ἄρθρο του αὐτό προτάσσει ἕνα χωρίο ἀπό τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, πού ὁ Θεός λέει γιά τόν ἄγγελο τῆς Σμύρνης, δηλαδή τόν Ἐπίσκοπο τῆς Σμύρνης, καί αὐτό τό ἀποδίδει στόν ἅγιο Καλλίνικο: «Καί τῷ ἀγγέλω τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας γράψον: οἶδά σου τά ἔργα καί τήν θλῖψιν καί τήν πτωχείαν», δηλαδή γνωρίζω τά ἔργα σου, εἶπε ὁ Θεός γιά τόν Ἐπίσκοπο τῆς Σμύρνης, καί τήν θλίψη τήν ὁποία δέχεσαι γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, καί τήν πτωχεία σου, ἐννοεῖ καί τήν ὑλική πτωχεία, «ἀλλά πλούσιος εἶ», εἶσαι πλούσιος σέ ἁγιότητα καί χάρη, ὁπότε «γίνου πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς».
Ἔτσι καί ὁ ἅγιος Καλλίνικος, ὄχι μόνο σύμφωνα μέ αὐτά τά ὁποῖα γράφει ὁ κατ’ ἐξοχήν μονάκριβος φίλος του, ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ἀλλά, ὅπως γνωρίζουμε ὅσοι εἴμασταν κοντά του, ὑπῆρξε πιστός ἄχρι θανάτου καί ὁ Χριστός τοῦ ἔδωσε τόν στέφανον τῆς ζωῆς, ὅπως καί στόν ἐκλεκτό καί μονάκριβο φίλο του.
Δείτε βιντεοσκοπημένο το κήρυγμα του Μητροπολίτου Ναυπάκτου ΕΔΩ