Συνέντευξη του Μητροπολίτη Καστοριάς κ. Καλλίνικου στο Nafsweek
Την Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2021 τελέστηκε στη Μητρόπολη Αθηνών η χειροτονία του νέου Μητροπολίτη Καστοριάς Καλλίνικου και πολυαρχιεαρατικό συλλείτουργο προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμου. Στην ομιλία του ο Μητροπολίτης Καστορίας, με λόγια καρδιάς, αναφέρθηκε στο επισκοπικό αξίωμα και στην αποστολική διαδοχή, αλλά και τη διαχρονική ευθύνη που έχει ο επίσκοπος για τη σωστή καθοδήγηση του ποιμνίου. Με την ενθρόνισή του να πραγματοποιείται αύριο Σάββατο 13 Νοεμβρίου στην Μητρόπολη Καστοριάς, ο «λιμανιώτης» Επί-σκοπος, όπως ο ίδιος αποκαλεί τον εαυτό του, σε συνέντευξή του στο Nafsweek, μιλά για τα 26 χρόνια που πέρασε στη Ναύπακτο.
Σεβασμιότατε, μετά από πορεία 26 χρόνων στη Μητρόπολη Ναυπάκτου, τι θα παίρνατε μαζί σας στη Μητρόπολη Καστοριάς;
«Παίρνω καί τά εἴκοσι ἕξι χρόνια. Δέν ἀφήνω τίποτε! Δέν ὑπάρχει οὔτε μιά μέρα «γιά πέταμα», γιατί ὅλες οἱ στιγμές καί οἱ ὧρες καί οἱ ἡμέρες τῆς ζωῆς μας εἶναι πολύτιμες, εἴτε εἶναι εὐχάριστες εἴτε εἶναι δυσάρεστες· εἴτε ὅταν τίς θυμούμαστε κλαῖμε εἴτε γελᾶμε, εἴτε εὐφραινόμαστε εἴτε πικραινόμαστε, εἴτε γαληνεύουμε εἴτε θυμώνουμε, εἴτε ἀναπωλοῦμε αὐτές εἴτε «ἀνατριχιάζουμε».
Ὅμως ὅλες πρέπει νά τίς πάρω καί θά τίς πάρω μαζί μου, γιατί ὅλα εἶναι μέσα στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί ὅλα εἶναι μέρος τοῦ ἑαυτοῦ μας, γιά νά παιδευόμαστε, νά διδασκόμαστε, νά γινόμαστε ὥριμοι ἄνθρωποι, γιά νά ἀποδιώκουμε κακίες καί νά πλουτίζουμε σέ ἀρετές. Ὅλη ἡ ζωή μας εἶναι μιά μαθητεία. Ὅλη ἡ ζωή.
Καί ὅπως ἕνας μαθητής θυμᾶται καί τά δεκάρια, θυμᾶται καί τά πεντάρια πού τοῦ ἔβαζε ὁ δάσκαλος, ἔτσι καί ἐγώ θέλω νά τά θυμᾶμαι ὅλα, ἀπαθῶς, μέ ἀγάπη καί μέ διάθεση μαθητείας.
Ἐπειδή ὅμως ἀναφέρεστε συγκεκριμένα στήν Μητρόπολη τῆς Ναυπάκτου, θά πῶ ὅτι αὐτό πού παίρνω ἰδιαίτερα μαζί μου, στήν «πρώτη βαλίτσα» τῆς μνήμης, εἶναι ὅτι διακόνησα ἕναν Μητροπολίτη ἀπό τούς ἐπιφανέστερους στήν παγκόσμια Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πού ἔχει προσφέρει τά μέγιστα σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία καί εἰδικά στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, μέ θεολογικό νοῦ καί ἐκκλησιαστικό φρόνημα.
Εἶναι ἀληθής, ἐλεύθερος, ἀπαθής, δίκαιος, σοφός καί συνετός. Μοῦ προκαλεῖ πάντα ἐντύπωση τό γεγονός ὅτι μπῆκε στήν πρώτη γραμμή κάθε μεγάλης μάχης πού ἔδωσε ἡ Ἐκκλησία καί μίλησε καί ἔγραψε ἀπαθῶς καί μέ νηφαλιότητα γιά μεγάλα θέματα καί σέ κρίσιμες στιγμές πού ἄλλοι ἐπιφανεῖς δέν μποροῦσαν ἤ δέν ἤθελαν νά ἀρθρώσουν μιά λέξη. Καί τό σημαντικό εἶναι ὅτι δικαιώθηκε σέ ὅλα ἀπό τίς ἐξελίξεις.
Τόν ἔβλεπα νά ξημεροβραδιάζεται γιά τήν Μητρόπολή του, γιά τήν Ναύπακτο, μέ ἀνιδιοτέλεια καί μέ νεανική ἔμπνευση, ἀπό τήν ὁποία δέν ἀπομακρυνόταν ποτέ, ἐκτός τῶν ὑποχρεώσεών του στήν Σύνοδο καί σέ ἱεραποστολικά ταξίδια, καί ἡ ὁποία Μητρόπολη ἐν πολλοῖς συντηρεῖτο ἀπό τόν ἴδιο καί τίς προσφορές συνεργατῶν του καί φίλων του.
Ἀκολούθησα τόν Μητροπολίτη αὐτόν στίς περιοδεῖες του σέ ὅλη τήν Ναυπακτία, γι’ αὐτό καί ἔφθασα νά γνωρίζω τόν τόπο καταγωγῆς, τό χωριό, κάθε Ναυπάκτιου καί μόνον ἀπό τό ἐπώνυμό του.
Ἐπίσης ἀκολούθησα τόν Μητροπολίτη Ναυπάκτου σέ ὅλες τίς ἀποφάσεις του καί τίς ἐνέργειές του, ὅσο μποροῦσα καί ὅσο κατόρθωνα νά τόν παρακολουθήσω. Αὐτά τά 26 χρόνια διακονίας στόν Ναυπάκτου Ἱερόθεο ἀποτελοῦν γιά μένα ὑψίστη τιμή.
Ἐπίσης, ἐκεῖνο πού μοῦ κάνει ἐντύπωση καί θά τό πάρω μαζί μου εἶναι ἡ κρίση καί τά κριτήρια κάθε ἀνθρώπου. Γνώρισα ἀνθρώπους, ἀκόμη καί μορφωμένους, πού δέν μποροῦσαν νά διακρίνουν τό ἄσπρο ἀπό τό μαῦρο. Καί γνώρισα πολλούς ἀνθρώπους, ἀκόμη καί ἁπλοϊκούς κατά τήν ἀνθρώπινη γνώση, –καί δημοσιογράφους, γιά νά ἀναφερθῶ καί στό λειτούργημά σας– πού εἶχαν ἁπλή σκέψη, κοινό νοῦ καί ἀλάνθαστα κοινωνικά κριτήρια. Αὐτή ἡ κατάσταση κατάλαβα ὅτι ὀφείλεται ἐν πολλοῖς στήν διδασκαλία καί στά πρότυπα πού λαμβάνει κάθε ἄνθρωπος ἀπό τήν παιδική του ἡλικία, ἀλλά καί στά πάθη, ὅταν μένουν ἀθεράπευτα.
Στήν φιλοσοφική γλώσσα μιλοῦμε γιά αὐτογνωσία καί γιά νοσοαγνωσία. Στήν θεολογική γλώσσα ὁμιλοῦμε για αὐτομεμψία καί γιά αὐτοδικαίωση, πού εἶναι οἱ πύλες τοῦ παραδείσου καί τῆς κολάσεως ἀντιστοίχως.
Ἀπό τήν κατάσταση αὐτή ἐκτίμησα ἀπεριόριστα τήν ἐλευθερία τῆς κρίσεως καί τῆς σκέψεως, πού βάση ἔχουν τήν ἐλευθερία ἀπό τά ποικίλα πάθη.
Ἐπίσης, θά ἔχω στήν μνήμη μου ὅλες τίς μεγαλειώδεις ἐκδηλώσεις τῆς Ἐκκλησίας μας καί τῆς Πόλης μας γενικότερα. Θά θυμᾶμαι τό μοναδικό της λιμάνι, τά πανέμορφα τοπία, τά χωριουδάκια μέ τίς πανηγύρεις τους καί τούς Ναούς τους.
Κυρίως, ὅμως, θά ἔχω στήν μνήμη μου τούς ἀνθρώπους αὐτῆς τῆς πόλης, ἤ καλύτερα τούς ἀνθρώπους καί τῶν χωριῶν καί τῆς πόλης καί τούς «λιμανιῶτες», ἀφοῦ στήν οὐσία καί ἐγώ ἤμουν «λιμανιώτης» ὅλα αὐτά τά χρόνια.
Δέν θέλω νά πῶ ὀνόματα, γιατί κάποιον θά ξεχάσω καί κάποιον θά ἀδικήσω, ἀλλά ὁμιλῶ καί γιά ζῶντες καί γιά κεκοιμημένους, καί γιά ἄρχοντες καί γιά Ἱερεῖς, καί γιά ἀστούς καί γιά ἀγρότες, καί γιά ἐπιστήμονες καί γιά ἁπλούς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ, καί γιά ἄμεσους συνεργάτες μου καί γιά ἀνθρώπους πού εἴχαμε σύντομη γνωριμία, πού ὅμως ὅλοι αὐτοί ἔχουν ἀφήσει στήν μνήμη μου ἔντονη καί ἀγαθή εἰκόνα λόγων καί πράξεων».
Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμα, πως θα περιγράφατε την συνέχιση της διακονία σας στην Μητρόπολη της όμορφης πόλης της Μακεδονίας, ως ποιμενάρχης πλέον;
«Νομίζω ἡ ἐρώτησή σας περιλαμβάνει καί τήν μισή τοὐλάχιστον ἀπάντηση. Δηλαδή, ρωτᾶτε γιά τήν συνέχιση τῆς διακονίας» μου.
Πράγματι, θά συνεχίσω νά διακονῶ ὅπως μέχρι σήμερα, ἀλλά ἀπό ἕνα ἀνώτερο ἐπίπεδο. Θά ἔχω πάλι τήν ἀναφορά μου σέ κάποιον ἀνώτερο, πού θά εἶναι ἡ Ἱερά Σύνοδος, θά τηρῶ τούς Κανόνες καί τούς νόμους, θά συμβουλεύομαι τούς παλαιότερους καί ἐμπειροτέρους καί πνευματικούς Ἀρχιερεῖς, μέ πρῶτον τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο καί ἔπειτα τόν Μητροπολίτη Ναυπάκτου, θά προσφέρω ὅλες τίς δυνάμεις μου στό ἔργο πού θά ἀναλάβω.
Θά τελῶ τά Μυστήρια καί θά προσεύχομαι σέ Ναούς καί προσκυνήματα. Θέλω νά τιμῶ καί νά συντονίζω τά χαρίσματα πού θά ἔχουν οἱ συνεργάτες μου, νά τιμῶ καί νά σέβομαι τούς θεσμούς καί τούς ἐκπροσώπους τους, θέλω νά σέβομαι τήν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων καί τά χαρίσματά τους, νά ἐνδιαφέρομαι γιά τήν νεότητα, ὅπως ἔκανα ἐδῶ στήν Ναύπακτο, νά ἐπισκέπτομαι ὅλες τίς Ἐνορίες καί νά ἐπικοινωνῶ μέ τούς ἀνθρώπους στούς τόπους κατοικίας καί ἐργασίας τους, νά τούς ἀκούω καί νά ὁμιλῶ τήν γλώσσα τους –ἐννοῶ νά συντονίζομαι στά νοήματά τους– γιά νά κατανοοῦν καί αὐτοί τά μηνύματα τῆς Ἐκκλησίας μας, πού εἶναι πολύ δυνατά καί ὑψηλά.
Ὁπωσδήποτε πρέπει νά εἶναι πολυεπίπεδη ἡ προσφορά αὐτή – ἐκκλησιαστική, κοινωνική, προσωπική– ἀλλά θά ἔχει θεολογική βάση.
Δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία βλέπει τόν ἄνθρωπο στήν ὁλότητά του καί ὡς πρός τήν δημιουργία του καί ὡς πρός τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς του καί ὡς πρός τό νόημα τῆς ζωῆς του καί ὡς πρός τήν αἰώνια ὕπαρξή του. Καί ὅπως εἴπατε, πηγαίνω σέ μιά ὄμορφη πόλη τῆς Μακεδονίας.
Τό φυσικό κάλλος ἑνός τόπου προκαλεῖ πάντα τόν θαυμασμό μου καί τήν δοξολογία μου πρός τόν Θεό.
Ἀλλά καί ἡ ἱστορία της, ἱστορία τῆς Μακεδονίας, μέ συγκινεῖ ἰδιαιτέρως, διότι γιά μένα ἡ Μακεδονία εἶναι ἡ κιβωτός τοῦ διαχρονικοῦ καί τοῦ οἰκουμενικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἡ ἱστορία τῆς Μακεδονίας μοῦ προκαλεῖ δέος καί οἱ ἅγιοί της ἐκπέμπουν φῶς.
Θέλω, μέ τήν εὐκαιρία, νά σᾶς εὐχαριστήσω καί σᾶς, κ. Ξύδη, γιά τήν προσφορά σας στήν πόλη μέσῳ τοῦ δημοσιογραφικοῦ σας λειτουργήματος, πού ἀσκεῖτε μέ μεράκι καί συνέπεια, καί γιά τήν ὅλη συνεργασία μας».