εγκύκλιος υπ’ αριθμ. 299
Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ
διά της χάριτος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού
Επίσκοπος και Μητροπολίτης της Ιεράς Μητροπόλεως Καστορίας
προς το χριστεπώνυμο πλήρωμα της καθ’ Ημάς Ιεράς Μητροπόλεως
Μεγαλύνουμε και πάλι σήμερα, αδελφοί μου, μέσα στη λατρεία της Αγίας μας Εκκλησίας «την Θεοτόκον και μητέρα του φωτός». Την μακαρίζουμε μαζί με την αόρατη Εκκλησία του Ουρανού, μαζί με τους Αγγέλους και τους Αγίους κι εμείς οι «πηλινόγλωσσοι της γης».
Την ευχαριστούμε,
γιατί «ουράνωσε το γεώδες ημών φύραμα»,
γιατί μας έφερε, όχι απλώς την ουράνια βροχή, αλλά αυτόν τον Κύριο των νεφελών,
γιατί μας φανέρωσε το Χριστό στη γη και μας έδωσε τη μεγάλη ευλογία «ταίς αισθήσεσι οράν τον αόρατον εν είδει και σχήματι τω καθ’ ημάς»(1). Δηλαδή, μπορέσαμε να δούμε το Θεό σε σχήμα ανθρώπου, χωρίς φυσικά να πάψει να είναι Θεός, προκειμένου να αναπλάσει τον φθαρέντα Αδάμ και να ανακαινίσει ολόκληρη τη δημιουργία.
Την ευγνωμονούμε, διότι, ως εκπρόσωπος ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, είπε κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού της το «ναί» στην πρόσκληση του Θεού: «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου», με αποτέλεσμα η άχραντη γαστέρα της να γίνει του χώρα του αχωρήτου Θεού, «πλατυτέρα των ουρανών», «εξ ης Θεός εσαρκώθη και παιδίον γέγονεν ο προ αιώνων υπάρχων Θεός ημών», για να θεώσει το πρόσλημα και να τον ανεβάσει στο Θρόνο του ουρανίου Πατρός Του.
Ευχαριστία, λοιπόν, και ευγνωμοσύνη στην Παναγία. Τιμή και ευλάβεια στο σεπτό πρόσωπό της, ικεσία για προστασία και βοήθεια στο καθημερινό μας αγώνισμα, καταφυγή στους πειρασμούς και τις δυσκολίες, αλλά και παράκληση για τον καιρό της εξόδου μας από αυτή τη ζωή•
να φυλάξει, όπως ευχόμαστε στην Ακολουθία του Αποδείπνου, την αθλία μας ψυχή από τις σκοτεινές όψεις των πονηρών δαιμόνων, των αρχόντων του σκότους και των τελωνίων του αέρος,
να μεσιτεύσει, ακόμη, κατά την προτροπή του ιερού υμνογράφου «μη μου ελέγξη τας πράξεις ενώπιον των αγγέλων»,
και με την ακοίμητη πρεσβεία της, να μας απαλλάξει της αιωνίου κολάσεως,
και να μας καταστήσει κληρονόμους της αρρήτου δόξης του Υιού και Θεού της.
Και θα ήθελα σήμερα, αδελφοί μου, αυτήν τη μεγάλη ημέρα της θεομητορικής αυτής εορτής, που αποτελεί για μας τους Ορθοδόξους Χριστιανούς «της σωτηρίας το κεφάλαιον» και «του απ’ αιώνος μυστηρίου την φανέρωσιν», να καταθέσω στην αγάπη σας λόγους, δανεισμένους από τους θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας, για το σεπτό πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Διδάσκαλός μας σήμερα, θα είναι ο Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Νεοκαισαρείας ο θαυματουργός, ο πνευματικός πατέρας της οικογενείας του Μεγάλου Βασιλείου. Αυτή η θεοκίνητος γλώσσα σε μία ομιλία του στον Ευαγγελισμό της Παναγίας(2) χαρακτηρίζει και ονομάζει την Παναγία ανατολή του νοητού ηλίου: «Χαίρε Κεχαριτωμένη, του νοητού ηλίου η ανατολή».
Ανατολή του πνευματικού ηλίου, αφού έφερε στον κόσμο το νοητό Ήλιο της Δικαιοσύνης, που είναι ο Χριστός. Γι’ αυτό και ψάλλουμε την ημέρα των Χριστουγέννων: «Ανέτειλας Χριστέ εκ Παρθένου, νοητέ ήλιε της δικαιοσύνης». Έφερε το φως, που είναι ο Χριστός• φως η διδασκαλία Του, το έργο Του, η βασιλεία Του, όλα φως, γιατί φως είναι η Θεότητά Του και η δόξα Του. Παντού φως, αφού διαλύεται το σκότος της αμαρτίας μπροστά στην εξ ύψους Ανατολή.
«Οι καθήμενοι εν σκότει είδον φως μέγα»(3). Είδαν το Θεό, τον οποίο είχαν χάσει από την ενέργεια των σκοτεινών πνευμάτων της ακαθαρσίας και της πλάνης. Η φωτοφόρος και φωτοδόχος Θεοτόκος, από την οποία πήγασε το πνευματικό φως, ο Κύριος, χάρισε στους ανθρώπους την αληθινή θεογνωσία διώκοντας συγχρόνως από τη ζωή τους το σκότος της πνευματικής δουλείας.
Δεύτερον. Ο Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Νεοκαισαρείας ονομάζει την Παναγία ευωδιαστό λιβάδι: «Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο λειμών της ευωδίας».
Λιβάδι ευωδιαστό και κήπος θείων χαρίτων, στον οποίο είχε πνεύσει το Πνεύμα το Άγιον. Περιβόλι, στο οποίο φύτρωσαν τα άνθη της αιωνίου χαράς, ενώ απουσίαζαν τα σπέρματα του θανάτου. Και όλα αυτά, γιατί στο μυστικό κήπο της Παρθένου «εξήνθησεν το ξύλον της ζωής», που είναι ο Χριστός.
«Στην ανάπλαση του ανθρωπίνου γένους και στην αναδημιουργία του κόσμου η Παρθένος», κατά τον Άγιο Νικόλαο τον Καβάσιλα (4), «προσέφερε τα δικά της και συνέβαλε με όσα είχε, τα οποία προσείλκυσαν στη γη τον Τεχνίτη Θεό και παρακίνησαν το δημιουργικό χέρι Του. Ποιά ήταν αυτά που είχε και προσέφερε; Βίος άψογος, ζωή ολοκάθαρη, αποφυγή κάθε κακίας, άσκηση όλων των αρετών, ψυχή καθαρώτερη από το φως, σώμα τελείως πνευματικό και πιο λαμπρό από τον ήλιο … Ο κατακλυσμός της αμαρτίας και της κακίας που έχει κυριεύσει τα πάντα … δεν κατόρθωσε να κάνει ούτε το ελάχιστο στη μακαρία Παρθένο. Και ενώ εξουσίασε όλη την οικουμένη … νικήθηκε από ένα λογισμό, από μία ψυχή, την Παναγία … Έτσι προετοίμασε τον εαυτό της, ως άλλη καλή κατοικία για το Θεό».
Έτσι, η ωραιότητα της παρθενίας της, μπροστά στην οποία και αυτός ο Αρχάγγελος Γαβριήλ καταπλήσσεται, είναι «θεαυγής, θεόφωτη και θεική ωραιότης», που υπερβαίνει κάθε νου και λόγο (5).
Πρόκειται για άλλης τάξεως ομορφιά, η οποία είλκυσε το βλέμμα του Θεού. Την επεθύμησε, κατά το λόγο του ψαλμωδού, «ο Βασιλεύς του κάλλους» και κατεθέλχθη από την παρθενικήν αυτής ωραιότητα, όπως σημειώνει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Και ήλθε να κατοικήσει μέσα στην παρθενική μήτρα, να σαρκωθεί ως άνθρωπος και να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος από την αμορφία των παθών και να του χαρίσει ξανά το χαμένο πρωτόκτιστο κάλλος του.
Καί τρίτον, η Παναγία, κατά τον θεοφόρο Πατέρα της Εκκλησίας, είναι η άμπελος η αειθαλής: «Χαίρε Κεχαριτωμένη», εσύ που είσαι η δροσερή κληματαριά, η οποία ευφραίνει τις ψυχές των ανθρώπων που σε δοξάζουν.
Άμπελος η Παναγία, άμπελος αληθινή, όπως τη χαρακτηρίζει ο ιερός υμνογράφος του Ακαθίστου Ύμνου, από την οποία εβλάστησε ο «βότρυς ο πέπυρος», το ώριμο δηλαδή σταφύλι, που ο ίδιος ο Θεός εγεώργησε στην άχραντη γαστέρα της. Και ο βότρυς αυτός είναι ο Χριστός, που πήρε τα αγνά αίματα της Παρθένου για να πήξει τη δική του ανθρώπινη σκηνή, τη δική του άμπελο και να μαζέψει σ’ αυτήν τα λογικά κλήματα, τους πιστούς, να τα συνάψει στο μυστικό σώμα της Εκκλησίας Του και να τους δώσει να πιούν το αίμα Του, το ποτό της αθανασίας και της αιωνίου ζωής (6).
Γι’ αυτό και όταν αξιωνόμαστε να κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων, που είναι το θεμέλιο της πνευματικής μας ζωής, αυτό το οφείλουμε στην Παναγία, που έδωσε τη σάρκα της στο Χριστό και μάλιστα η ανθρώπινη φύση ενώθηκε ατρέπτως, ασυγχύτως, αναλλοιώτως, αδιαιρέτως και αχωρίστως με τη θεία φύση.
Γιά τους λόγους αυτούς, την ευχαριστούμε αμέσως μετά τη μετάληψη των Τιμίων Δώρων, γιατί μας αξίωσε να γίνουμε κοινωνοί του Αχράντου Σώματος και του Τιμίου Αίματος του Υιού της• και την παρακαλούμε:
να φωτίζει τους νοητούς οφθαλμούς της καρδίας μας,
να μας δίδει συντριβή και κατάνυξη,
να μας χαρίζει ταπείνωση στα διανοήματά μας και ανάκληση «εν ταίς αιχμαλωσίαις των λογισμών» μας
και να μας αξιώνει ακατακρίτως να υποδεχόμαστε των Αχράντων Μυστηρίων «εις ίασιν ψυχής και σώματος».
Αδελφοί μου,
Σ’ αυτή την πηγή του φωτός, στον κήπο της ευωδίας και στην άμπελο την αληθινή στρέφουμε κι εμείς, αυτή την ώρα, το βλέμμα μας, τη σκέψη μας, την καρδιά μας και την προσευχή μας. Η εορτή του Ευαγγελισμού της, έρχεται σήμερα στη ζοφερότητα της εποχής μας και στην τραγωδία που βιώνει ο τόπος μας, να μας υπενθυμίσει ότι χρειαζόμαστε άπαντες έναν καινούργιο επανευαγγελισμό, που σημαίνει ότι «ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία»(7), παρά μόνο διά του Ιησού Χριστού.
Η προσκόλλησή μας μέχρι τώρα άκριτα στα δυτικά, ορθολογιστικά πρότυπα, μας απέκοψαν από τη ζωογόνο και ζωηφόρο Παράδοσή μας και μας παρέδωσαν στις νέες μορφές ειδωλολατρίας, του υλισμού και του ευδαιμονισμού, με αποτέλεσμα τα καταθλιπτικά συμπτώματα, το άγχος, την αγωνία, την ανασφάλεια να καθρεπτίζονται στα βλέμματα των ανθρώπων της εποχής μας.
Επιστροφή, λοιπόν, στην Παράδοσή μας και στον τρόπο ζωής της Αγίας μας Εκκλησίας, για να βρούμε πραγματικά τον εαυτό μας, να σταθούμε στα πόδια μας, προκειμένου να γίνουμε άξιοι της αποστολής μας ως Χριστιανοί και ως Έλληνες Ορθόδοξοι.
Χρέος, ακόμη, και ευγνωμοσύνη στις μεγάλες ηρωικές μορφές των αγωνιστών της ελευθερίας, που έδωσαν τα πάντα για την αποτίναξη της ασήκωτης σκλαβιάς.
Οι λίγοι, οι φτωχοί και οι αδύνατοι, οι οποίοι πίστευαν με απλότητα καρδίας στο Θεό, αγαπούσαν, τιμούσαν και σεβόντουσαν την Εκκλησία, αποδύθηκαν σε έναν αγώνα «για του Χριστού την πίστιν την αγίαν και της πατρίδος την ελευθερίαν», με την ελπίδα τους στραμμένη στη βοήθεια του Θεού, γι’ αυτό και προχωρούσαν από νίκη σε νίκη.
Έτσι, οι ελάχιστοι, μία χούφτα σχεδόν, τα έβαλαν με χιλιάδες στρατού και νίκησαν! Οι αδύνατοι και οι φτωχοί κατατρόπωσαν τους δυνατούς και συνέτριψαν τους πλουσίους. Ακριβώς αυτό, είναι και το μήνυμά τους σήμερα:
Αν θέλουμε να νικήσουμε,
θα πρέπει να πιστεύουμε στο Θεό
και να αγωνιζόμαστε φιλότιμα
για την πίστη μας και την πατρίδα μας.
Ευχέτης προς την Υπέρμαχο Στρατηγό του Γένους μας
Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ Σ Α Σ
Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
(1) Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Ομιλία ΝΓ’, εις την προς τα Άγια των Αγίων είσοδον και τον εν αυτοίς θεοειδή βίον της πανυπεράγνου δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθιένου Μαρίας, ΕΠΕ 11,342.
(2) Αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας, Εις τον Ευαγγελισμόν της υπεραγίας Θεοτόκου Παρθένου της Μαρίας, λόγος πρώτος, PG 10,1152.
(3) Ματθ. 4,16.
(4) Αγίου Νικολάου Καβάσιλα, Εις τον Ευαγγελισμόν της παναγίας Θεοτόκου Παρθένου της Μαρίας, λόγος τρίτος. Όρα Η Θεομήτωρ (Τρείς Θεομητορικές Ομιλίες), κείμενο, μετάφραση, εισαγωγή, σχόλια: Παν. Νέλλας, Σειρά «Επί τας Πηγάς», εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1995.
(5) Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, ενθ’ ανωτ. 276-278.
(6) Ανδρέου Θεοδώρου, Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε, εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1993, σελ 55.
(7) Πραξ. 4,12.