Ἡ ἀγαθότητα τοῦ φιλανθρώπου Κυρίου μας, μᾶς ἀξιώνει καί πάλι νά ἀντικρύσουμε, σήμερα, καί μάλιστα μέσα στό ἄπλετο φῶς τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τήν εἴσοδο τῆς καινούργιας χρονιᾶς.
Ὁ παλαιός χρόνος, τό 2011, παρέδωσε τήν σκυτάλη στό 2012 καί συνειδητοποιοῦμε ὅλοι μας τήν καινούργια παράταση πού μᾶς χάρισε ὁ Θεός. Ξεκινήσαμε τήν νέα χρονιά μέ ἐλπίδες πολλές. Περιμένουμε κάτι τό ἐντελῶς διαφορετικό ἀπό τόν προηγούμενο, ἀφοῦ καί δυσκολίες ἀντιμετωπίσαμε καί προβλήματα πολλά ὑψώθηκαν μπροστά μας σάν πελώρια κύματα ἕτοιμα νά μᾶς καταποντίσουν, καί οἰκογενειακές ταραχές καί ἐπαγγελματικές ἀποτυχίες, ἀκόμη καί ἀπουσίες προσφιλῶν μας προσώπων.
Ἀνταλλάσσουμε, ἀκόμη, καί εὐχές γιά τόν καινούργιο χρόνο, προκειμένου νά εἶναι καλύτερος καί εὐνοϊκότερος γιά τήν ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη. Ξεχνᾶμε, ὅμως, μία βασική ἀλήθεια: Ὅσο εἰλικρινεῖς καί θερμές κι ἄν εἶναι αὐτές οἱ εὐχές πού προσφέρουμε σήμερα (καί πολύ καλά κάνουμε), ἄλλος εἶναι ὁ ρυθμιστής τοῦ χρόνου:
Ἐκεῖνος, πού δημιούργησε τόν οὐρανό καί τήν γῆ. Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔφερε στήν ὕπαρξη καί πού εἶναι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός· ὄχι μία ἀπρόσωπη δύναμη, ἀλλά ἡ Ἁγία Τριάδα, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ Θεός ὁρίζει τόν χρόνο τῆς ζωῆς τοῦ κάθε δημιουργήματός Του.
Ὁ χρόνος μοιάζει μέ ἕνα ποτάμι, πού πηγάζει ἀπό τό ἄπειρο καί ἐκβάλλει καί πάλι στό ἄπειρο, στήν αἰωνιότητα, στήν θάλασσα τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Καί ὅπως τρέχει τό ποτάμι, ἔτσι τρέχει καί ὁ χρόνος καί μαζί του «δαπανᾶται καί ἡ ζωή» θά πεῖ ὁ σοφός Ἱεράρχης τῆς Καισαρείας, ὁ Μέγας Βασίλειος, μέ τήν μνήμη τοῦ ὁποίου ἀρχίζει ὁ χρόνος.
Γι’ αὐτό καί μᾶς συμβουλεύει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, πώς ὅσο τά χρόνια περνοῦν καί ὁ ἕνας χρόνος διαδέχεται τόν ἄλλον, θά πρέπει νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό γιά τόν χρόνο πού μᾶς χάρισε καί νά ἐξετάζουμε τήν ζωή μας καί νά σκεπτόμαστε: «Αἱ ἡμέραι τρέχουσι καί πορεύονται, οἱ ἐνιαυτοί πληροῦνται, πολύ τῆς ὁδοῦ προεκόψαμεν. Ἄρα τί ἡμῖν εἴργασται καλόν;» – δηλαδή «οἱ μέρες περνοῦν καί τρέχουν, τά χρόνια συμπληρώνονται, ἔχουμε προχωρήσει πολύ στόν δρόμο τῆς ζωῆς. Τί καλό ἄραγε ἔχουμε κάνει ἕως τώρα;».
Καί ἐπειδή, ὅλοι μας ἀνεξαιρέτως εἴμαστε στραμμένοι πρός τό μέλλον, τό ὁποῖο τό περιμένουμε ἴσως καλύτερο, ποιό θά εἶναι αὐτό πού θά ἰκανοποιήσει βαθιά τήν ψυχή μας; Ποιός στόχος μπορεῖ νά μᾶς κάνει πραγματικά εὐτυχισμένους; Θά μποροῦσε κανείς νά ἀπαριθμήσει πολλά ἀγαθά, πού ἄν τά εἴχαμε στήν ζωή μας, θά ἤμασταν οἱ εὐτυχέστεροι τῶν ἀνθρώπων.
Θά μοῦ ἐπιτρέψετε, ὅμως, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, νά σᾶς ὑπενθυμίσω τό ὕψιστο ἀγαθό, πού δέν τοῦ δώσαμε τήν ἀνάλογη σημασία στήν ζωή μας καί πού εἶναι «ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ».
Αὐτήν βιώσαμε πρίν ἀπό λίγο στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Αὐτήν θά γευθοῦμε ἀμέσως μετά, κατά τήν μετάληψη τῶν Τιμίων Δώρων.
Αὐτήν ἀκούσαμε νά μᾶς μεταφέρει καί σήμερα καί πάντοτε ὁ Λειτουργός τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων:
«Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἴη μετά πάντων ὑμῶν».
Μαζί μας, δηλαδή, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ εὔνοια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, μέ ἄλλα λόγια.
Καί πρῶτον. Τά λόγια αὐτά εἶναι τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Εἶναι ὁ χαιρετισμός καί ἡ εὐλογία, μέ τήν ὁποία κλείνει τήν δευτέρα πρός Κορινθίους ἐπιστολή του. Ἔτσι, κάθε φορά πού τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία, ὁ Λειτουργός χρησιμοποιεῖ αὐτόν τόν χαιρετισμό τοῦ Ἀποστόλου καί εὐλογῶντας ὅλους διά τῆς δεξιᾶς χειρός του, μᾶς μεταδίδει τρία μεγάλα δῶρα τοῦ Θεοῦ:
ἀπό μέν τοῦ Υἱοῦ, τήν χάρη,
ἀπό δέ τοῦ Πατρός, τήν ἀγάπη,
ἀπό δέ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν κοινωνία, κατά τήν ἑρμηνεία πού δίνει ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας.
Χάρη ἀπό τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔδωσε τόν ἑαυτό Του γιά νά μᾶς σώσει («ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν, Χριστός ὑπέρ ἡμῶν ἀπέθανε»).
Ἀγάπη ἀπό τόν Πατέρα, ἀφοῦ ὁ Πατήρ ἔστειλε ἀπό ἀγάπη τόν Υἱό στόν κόσμο («οὔτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον»).
Κοινωνία ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἐπειδή ἐχθροί ὄντες τοῦ Θεοῦ, συμφιλιωθήκαμε μέ τόν Θεό, παίρνοντας τά ἀγαθά Του τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ὁ ἐρχομός καί τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι καί λέγεται «κοινωνία».
Δεύτερον. Αὐτή ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ἄγνοια, τήν πλάνη καί τήν ἀσέβεια καί μᾶς χαρίζει τήν ἀληθινή θεογνωσία.
Μᾶς χαρίζει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας καί ἐξαλοίφει κάθε ἴχνος ἐνοχῆς. Αὐτό πού δέν μποροῦν νά προσφέρουν οἱ ἄνθρωποι, ἀκόμη καί αὐτές οἱ ἀγγελικές δυνάμεις, μᾶς τό προσφέρει δωρεάν ὁ Χριστός μέσα στά Ἱερά Μυστήρια.
Ἐπιπλέον, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ μᾶς δικαιώνει. Ἀποκτοῦμε, δηλαδή, τήν ἀναγνώρισή μας ἀπό τόν Θεό Πατέρα, τό ὅτι εἴμαστε φίλοι καί ἀδελφοί τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὅτι κρατοῦμε τήν ὁμολογία Αὐτοῦ, ὅτι τηροῦμε τό θέλημά Του καί ζοῦμε τόν τρόπο ζωῆς Αὐτοῦ.
Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος θά γράψει στούς Ρωμαίους τῆς ἐποχῆς του, ἀλλά καί σέ ὅλους βαθυστόχαστα: ὁ Χριστός «παρεδόθη διά τά παραπτώματα ἡμῶν καί ἠγέρθη διά τήν δικαίωσιν ἡμῶν» – δηλαδή, ὁ Χριστός «παραδόθηκε σέ θάνατο γιά τά παραπτώματά μας καί ἀναστήθηκε γιά τήν δικαίωσή μας».
Ἀδελφοί μου,
Αὐτήν τήν χάρη τοῦ Θεοῦ χρειαζόμαστε στήν ζωή μας.
Αὐτήν πρέπει νά ζητήσουμε ἰδιαίτερα σήμερα, στήν ἀρχή τῆς καινούργιας χρονιᾶς, μέσα στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Αὐτή ἀπουσιάζει ἀπό τήν ζωή ὅλων μας. Ὄχι γιατί δέν μᾶς ἀκούει ὁ Θεός καί δέν μᾶς στέλνει τήν χάρη καί τήν εὐλογία Του, ἀλλά διότι ἐμεῖς φύγαμε μακρυά ἀπό τόν Θεό. Τόν ἀφήσαμε γιά κάποιες ἡμέρες τοῦ χρόνου. Τοῦ «στερήσαμε» τήν δυνατότητα νά ἔρχεται στήν ζωή μας «ὡς αὔρα λεπτή», ὡς φῶς οὐράνιο, ὡς γλυκύτητα καί ὡς μέλι στόν λάρυγγά μας, κατά τόν Προφήτη Δαβίδ.
«Γίνεται λόγος σήμερα γιά κρίση οἰκονομική, γιά πτώχευση ὑλική. Ἀλλά ἡ κρίση στήν πραγματικότητα εἶαι κρίση πνευματική, κρίση ἀξιῶν, ἰδανικῶν, κρίση ὑπαρξιακῶν ἀναζητήσεων. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού πλέουν μέσα στά πλούτη καί αἰσθάνονται ἕνα κενό ὕπαρξης, ἀντίθετα ὑπάρχουν ἄλλοι πού ζοῦν μέ ὀλιγάρκεια καί ἀσκητικότητα καί αἰσθάνονται πεπληρωμένοι» .
Σᾶς εὔχομαι, αὐτή τήν χρονιά, νά ἀξιοποιήσουμε τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, νά τήν κάνουμε κτῆμα μας καί τρόπο ζωῆς μας,
γιά νά βγοῦμε ἀπό τήν ἀσέληνη νύκτα τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν φοβερή ἀποστασία καί τά σταυροδρόμια τῆς συγχύσεως,
γιά νά ξεπεράσουμε τίς ὁποιεσδήποτε κρίσεις,
γιά νά μεταμορφωθεῖ ἡ ζωή μας,
γιά νά γίνουμε ὀρειβάτες τοῦ Θαβώρ,
γιά νά ἀπολαύσουμε τήν τράπεζα τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Μέ θερμές πατρικές εὐχές
Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ Σ Α Σ
Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ