Και πάλι, αδελφοί μου αγαπητοί, στρέφουμε το βλέμμα μας σήμερα στο σεπτό πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Και πάλι μεγαλύνουμε εμείς οι Ορθόδοξοι «την αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών».
Γιορτάζουμε και πανηγυρίζουμε και πάλι μέσα στο πνευματικό κλίμα της ζωηφόρου και ζωογόνου Παραδόσεώς μας τον πολύτιμο αυτό θησαυρό της πίστεώς μας, αλλά και μέσα στη λατρεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας το «Θεομητορικό Πάσχα», που είναι η εορτή της Κοιμήσεώς της και της εις ουρανούς μεταστάσεώς της.
Περικυκλούμε μαζί με τους θεοφόρους Αποστόλους και όλη τη χορεία των Αγίων μας τη νεκρική της κλίνη.
Ασπαζόμαστε με τα χείλη μας «το θεοδόχον και ακραιφνέστατον σώμα … το χωρήσαν τον ημίν αθεώρητον και Κύριον»(1).
Ευφημούμε, ψάλλουμε μαζί με των Αγγέλων τα πλήθη επιτάφια άσματα και ωδές πνευματικές σ’ αυτήν, η οποία δάνεισε «εις τον Πλάστην το πλασθήναι και εις τον Υιόν του Θεού το ανθρωπισθήναι», κατά την έκφραση του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, για να αναπλάσσει και να ανακαινίσει την φθαρείσα εικόνα του Αδάμ.
Κι αυτή η υμνολογία της Εκκλησίας μας, η τόσο εκφραστική και συγκινητική που μαγνητίζει τις καρδιές μας, είναι στην ουσία μία παράκληση και μία ικεσία στη μεγάλη μητέρα μας την Παναγία για την ακατάπαυστη διακονία της πρεσβείας στο Θρόνο του Υιού και Θεού της και για τις αμέτρητες ευχές και ευλογίες που δεχόμαστε καθημερινά δι’ αυτής, αφού «πολλά γαρ ισχύει δέησις μητρός προς ευμένειαν δεσπότου».
Αλήθεια αδελφοί μου, ποιός μέχρι σήμερα δεν βρέθηκε στην ανάγκη να την αναζητήσει και να μην απήλαυσε την γεμάτη τρυφερότητα στοργή και προστασία της;
Ποιά καρδιά δεν ράγισε μπροστά στα θεομητορικά εκτυπώματα και ποιά χείλη δεν ψέλλισαν ικετευτικά το όνομά της χωρίς να λάβουν «παν δώρημα τέλειον» «προς το συμφέρον της αιτήσεώς» τους;
Γράφει χαρακτηριστικά ο πολύπαθος Πατέρας της Εκκλησίας, Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης: «Σε κάθε σάλο και πειρασμό της ζωής μου σε ζήτησα και αμέσως με βοήθησες διαλύοντας τον κλήδονα. Μού ειρήνευσες το νού, με άρπαξες και με έσωσες από κάθε επήρεια του εχθρού, γι’ αυτό κι εγώ ευλογώ το όνομά σου και ανυμνώ το κράτος σου»(2).
Με αυτόν τον τρόπο του σεβασμού και της αγάπης, της εκζητήσεως του θείου ελέους και της προστασίας πλησίαζαν οι Άγιοι Πατέρες το πάνσεμνο πρόσωπο της Παναγίας. Γιατί απλούστατα γνώριζαν πως το μεγαλείο της μάνας του κόσμου είναι ανυπέρβλητο και το φίλτρο της μητρότητός της για κάθε παιδί της, ιδιαίτερα δε για τα άρρωστα και τα απομακρυσμένα είναι πάρα πολύ δυνατό.
Σαν φωτοδόχος λαμπάδα η Θεοτόκος φωτίζει την καρδιά του κάθε ανθρώπου, ώστε κανείς να μην μείνει άγευστος από τη δική της προστασία, την παραμυθία, την ευλογία και τη γλυκύτητα. Με αυτήν την υιότητα και την πνευματική συγγένεια που έχουμε μαζί της την πλησιάζουμε κι εμείς ικετευτικά και παρακλητικά σήμερα στο μεγάλο αυτό πανηγυρισμό της μνήμης της. Γνωρίζουμε την αδυναμία και την αμαρτωλότητά μας. Γνωρίζουμε επίσης πως το ύψος της αρετής της και το μεγαλείο της ξεπερνούν κάθε ανθρώπινο λογισμό, αφού τα μυστήριά της είναι «πάντα υπέρ έννοιαν και πάντα υπερένδοξα».
Γι’ αυτό ψάλλουμε και ομολογούμε μαζί με τον θεοφόρο υμνηπόλο της σημερινής εορτής, τον Άγιο Κοσμά τον ποιητή, πως στο πρόσωπο της Παναγίας νικήθηκαν οι όροι της φύσεως: «Νενίκηνται της φύσεως οι όροι εν σοι Παρθένε Άχραντε, παρθενεύει γαρ τόκος και ζωήν προμνηστεύεται θάνατος».
Πρώτον. Νικήθηκαν οι όροι της φύσεως. Στο πανάγιο πρόσωπο της Παναγίας αναμορφώθηκε το αρχαίο κάλλος της προμήτορος Εύας, όπως ακριβώς την έθεσε μέσα στον Παράδεισο της τρυφής ο Θείος Δημιουργός, με προορισμό όχι γήινο αλλά ουράνιο, με στόχο την αφθαρσία και την αθανασία και με επακόλουθο τη θέωση. Γι’ αυτό και η Θεοτόκος δεν καταξιώνει απλώς το γυναικείο φύλο, αλλά ολόκληρο το ανθρώπινο φύραμα.
Με την υπογραφή που έθεσε στο «συμβόλαιο» του Θεού και του ανθρώπου, δηλαδή με το «ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου», σταμάτησε ο μεγαλύτερος πόλεμος και επικράτησε η πιο σημαντική ειρήνη στον κόσμο. Και ποτέ μία ανθρώπινη υπογραφή δεν είχε τόση σημασία για την ανθρωπότητα ολόκληρη, όσο η υπογραφή αυτή της Παναγίας(3).
Έτσι αναλαμβάνει το ρόλο τον οποίον απέρριψε η προμήτορα Εύα. Γίνεται η πηγή και η μητέρα της ζωής με το να φέρει στον κόσμο τον Μονογενή Υιό του Θεού, προκειμένου να αποκτήσουν οι άνθρωποι όχι απλώς ζωή αλλά το περισσόν της ζωής: «εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσι και περισσόν έχωσιν»(4).
Δεύτερον. Νικήθηκαν οι όροι της φύσεως, αφού η απείρανδρος και αγνεύουσα, όπως ψάλλει ο ιερός υμνογράφος σήμερα, έγινε βρεφοτρόφος.
Η Παρθένος υπήρξε συγχρόνως και μητέρα.
Η γαστέρα της «πλατυτέρα ουρανών» και «παλάτιον του μόνου Βασιλέως». Η μήτρα «θρόνος χερουβικός» πάνω στον οποίον αναπαύτηκε ο Λόγος του Θεού. Δεν εμφανίστηκε απλώς ο Θεός όπως στις θεοσημείες και τις θεοπτίες της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά στα πανάχραντα σπλάχνα της έγινε ο γάμος και η ένωση του Θεού με την αμόλυντη φύση της ίδιας της Παρθένου.
Γι’ αυτό γεμάτος θαυμασμό και έκσταση θα αναφωνήσει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «την ανθρώπινη φύση την προσέλαβε στην πιο έξοχη μορφή της από τα πάναγνα, αμόλυντα και πανάμωμα αίματα της Αγίας Παρθένου»(5).
Πόσο, ακόμη, συγκινητικά τα λόγια του Βασιλείου Σελευκείας που θέλει την Παναγία να διαλέγεται με τον Μονογενή της!
«Τι λοιπόν θα κάμω διά σε;»
«Θα σε θρέψω με γάλα ή θα σε δοξολογήσω;»
«Θα σε υπηρετήσω ως μητέρα ή θα προσκυνήσω ως δούλη;»
«Θα σε περιπτυχθώ ως υιόν ή θα προσευχηθώ ως εις Θεόν;»
«Θα σού δώσω γάλα ή θα σού προσφέρω θυμίαμα;»
«Ο ουρανός είναι δικός σου θρόνος και συγχρόνως ο δικός μου κόλπος σε βαστάζει».
«Ήρθες ολόκληρος εις τα κάτω χωρίς να απομακρυνθείς καθόλου από τα άνω»(6).
Τρίτον. Νικήθηκαν οι όροι της φύσεως. Και σ’ αυτό το γεγονός της Κοιμήσεως συμβαίνουν γι’ αυτήν πράγματα παράδοξα. Στο πρόσωπο, δηλαδή, της Παναγίας το φρικτό μυστήριο του θανάτου μετατρέπεται σε πέρασμα από τη γη προς τα ουράνια. Ο θάνατος γίνεται διαβατήριο από τα επίκαιρα προς τα θεία και ουράνια.
Οφειλέτης, όπως τονίζουν οι υμνογράφοι της Εκκλησίας, ο Υιός και Θεός της την υποδέχεται στα υπερκόσμια σκηνώματα• εκείνην που Τον φιλοξένησε στην άχραντη γαστέρα της, κατά την είσοδό Του στο ανθρώπινο.
Κι όπως παράδοξος ήταν κύησις, παράδοξος είναι συγχρόνως και η μετάστασις.
«Ήταν ανάγκη η παναγία εκείνη ψυχή να χωριστεί από το υπεράγιο εκείνο σώμα … και το σώμα, αφού έμεινε για λίγο στη γη, αναχώρησε κι αυτό μαζί με την ψυχή … το δέχτηκε έτσι για λίγο ο τάφος, το παρέλαβε δε και ο ουρανός, το σώμα αυτό το τιμιώτερο από τους Αγγέλους, το αγιώτερο από τους Αρχαγγέλους», θα γράψει ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας(7).
Κι αυτή η μετάσταση, όπως θα γράψει ένας Επίσκοπος της Εκκλησίας μας, είναι μοναδική και ανεπανάληπτη κατάσταση, την οποία ο Χριστός χάρισε στην παναγία μητέρα Του. Είναι μία ανάσταση προ της κοινής αναστάσεως(8).
Αδελφοί μου, γιορτάζουμε και πανηγυρίζουμε την πάνσεπτο Κοίμηση και την εις ουρανούς μετάσταση της Υπεραγίας Θεοτόκου. Άραγε, σκεπτόμαστε όλοι μας σήμερα, σ΄ αυτή τη μεγάλη γιορτή, σε ποιό πρόσωπο θα αποθέσουμε τις ελπίδες μας; Πού θα ακουμπήσουμε για να ξαποστάσουμε από τον καύσωνα της αμαρτίας που απειλητικά καίει τα πρόσωπά μας μα πολύ περισσότερο την καρδιά μας; Οι άνθρωποι, στους οποίους επενδύσαμε για τα βιοτικά μας, μας πρόδωσαν. Οι φίλοι μας και οι πλησίον μας στάθηκαν εναντίον μας, κατά την έκφραση του ιερού ψαλμωδού.
Ούτε, ακόμη κι αν ήθελαν, δεν θα μπορούσαν να μας ξεδιψάσουν από την πνευματική δίψα που καίει τα σωθικά μας, ούτε ακόμη να μας χορτάσουν με το ουράνιο μάννα. Δεν μπορούν επίσης να μας μιλήσουν και κυρίως να μας λυτρώσουν από το φάσμα του θανάτου. Μόνον όποιος συνδέεται με την Παναγία, αυτός χειραγωγείται και στον πανάγιο Τόκο της, που είναι η Ζωή, η Ανάσταση, η Χαρά και το Φως.
Στην Παναγία, λοιπόν, την ελπίδα μας.
Στη μάνα του κόσμου την απαντοχή μας.
Μόνο αυτή μπορεί να μας ακούσει, να μας θεραπεύσει και να μας σκεπάσει τις δύσκολες αυτές ώρες.
Μόνο αυτή μπορεί να μας ανοίξει τη θύρα της ευσπλαχνίας και να μας παρουσιάσει στον Υιό και Θεό της.
Αυτή την ημέρα που γιορτάζει η Παναγία μας, που τόσο πολύ τιμάται στον τόπο μας, στην πατρίδα μας με τα τόσα αφιερωμένα στο όνομά της προσκυνήματα• αυτή την ημέρα που στενάζουμε όλοι μας από τις απερισκεψίες τις δικές μας, από το συμφέρον των ισχυρών και από τον φθόνο και την κακία των πάσης φύσεως μεγάλων, αυτή την ημέρα που ο πλανήτης μας φλέγεται και η γη βάφεται με ποτάμια αίματος σε όλα τα μήκη και τα πλάτη αυτής• αυτή την ημέρα τα δάκρυά μας, η μετάνοιά μας ας προσφερθεί ως θυμίαμα στην Παναγία.
Καί η προσευχή μας ας είναι:
«Παναγία Παρθένε επάκουσον της φωνής του αχρείου ικέτου σου, στεναγμούς της καρδίας προσφέρειν σοι αεννάως ευόδωσον Δέσποινα»(9).
Ευχέτης προς την Υπεραγία Θεοτόκο
Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ Σ Α Σ
Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
(1) Δοξαστικά Στιχηρών και Αποστίχων Εσπερινού Κοιμήσεως Θεοτόκου.
(2) Θεοτοκάριον, ήχος β΄, Πέμπτη εσπέρας.
(3) Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Κ. Στυλίου, Η Πρώτη – Θεομητιρικό Ημερολόγιο, εκδ. Σήμαντρο Αθήνα1987, σελ. 111.
(4) Ιω. 10,10.
(5) Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, ο.π., σελ. 202.
(6) Αυτόθι, σελ. 153.
(7) Αυτόθι, σελ. 264.
(8) Αυτόθι, σελ. 265.
(9) Αυτόθι, σελ. 269.