Live radio
“Εν τω φωτί Σου οψόμεθα φως”

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ

Για να μιλήσει κανείς για τα δεσποτικά γεγονότα, που ως σταθμοί πνευματικού ανεφοδιασμού και πηγές χάριτος και αναβίωση μυστική του λυτρωτικού μηνύματος μέσα στην καρδιά του κάθε ανθρώπου μάς τα παρουσιάζει η Αγία μας Εκκλησία, θα πρέπει να είναι κανείς θεολόγος.
Όχι με τον όρο που εμείς τον χρησιμοποιούμε σήμερα, αλλά με τον όρο που χρησιμοποιείται από τους θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας.
Θεολόγος δεν είναι αυτός που έμαθε, διάβασε, έγραψε, απέκτησε κάποιες γνώσεις διανοητικά, ούτε και εκείνος που πήρε κάποια πτυχία και ακόμη περισσότερο κάποιες περγαμηνές, αλλά ο καθαρός τη καρδία.

Αυτός, δηλαδή, ο οποίος κατά το Μέγα Βασίλειο, έχει «ενιδρυμένον εν εαυτώ τον Θεόν», έχει δηλαδή κοινωνία με το Θεό. Στο πρόσωπο του αληθινού θεολόγου βρίσκουν πλήρη εφαρμογή οι λόγοι του Χριστού, «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματθ. 5,8).
Ο αληθινός θεολόγος είναι αυτός που έχει αδιάλειπτη προσευχή κατά τον πατερικό λόγο «Ει θεολόγος ει, αληθώς προσεύξη· και ει αληθώς προσεύξη, θεολόγος ει».
Τέτοιοι θεολόγοι ήταν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Τέτοια πρόσωπα ήταν οι θεούμενοι, οι οποίοι δεν χρησιμοποιούσαν μόνο την ανθρώπινη παιδεία, αν την είχαν, αλλά κυρίως την άνωθεν παιδεία, που κατεβαίνει από τον Πατέρα των φώτων και έχει σαν κέντρο όχι τη λογική, αλλά την καρδιά του κάθε ανθρώπου, τον χώρο δηλαδή της φανερώσεως του Θεού. Γι’ αυτό και ο Δαυίδ ζητά παρακλητικά από το Θεό «καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου».
Ο Άγιος Αντώνιος, παραδείγματος χάριν, δεν είχε την ανθρώπινη παιδεία, είχε όμως την άνωθεν. Ο Άγιος Νικόλαος, ο Άγιος Σπυρίδων δεν μας άφησαν συγγράμματα, όπως ο Μέγας Αθανάσιος και η λοιπή χορεία των Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας, μάς άφησαν όμως ως πολύτιμο θησαυρό την εμπειρία, τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, την παρουσία του Θεού στη ζωή τους, ώστε ο λόγος τους και η διδασκαλία τους να είναι λόγος Αγίου Πνεύματος.
Όση γνώση κι αν διαθέτει κανείς, όση παιδεία ανθρώπινη κι αν κατέχει, αν δεν έχει την άνωθεν παιδεία δεν θα μπορεί να μιλήσει εμπειρικά και θεραπευτικά γι’ αυτά τα γεγονότα, εάν προηγουμένως δεν έχει υποστεί την καλή αλλοίωση, όπως μας τονίζουν και πάλι οι έμπειροι ουρανοδρόμοι της πνευματικής ζωής.
Για τη δεσποτική λοιπόν γιορτή της Μεταμορφώσεως, τίποτε δικό μας· γιατί απλούστατα δεν έχουμε να δώσουμε. Πτωχεία πνευματική!
Θα παραθέσουμε όμως λίγα ψελλίσματα από τα πάγχρυσα στόματα του λόγου των θεοφόρων Πατέρων, οι οποίοι έζησαν την εμπειρία αυτή του ακτίστου φωτός.
Πρώτον. «Μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών». Έτσι μας παραδίδουν τα ιερά κείμενα της Εκκλησίας μας το δεσποτικό αυτό γεγονός. Τι σημαίνει αυτή η φράση των Ιερών Ευαγγελιστών;
Ο Χριστός πάνω στο όρος Θαβώρ δεν πήρε εξωτερικά μια μορφή, δηλαδή μια φύση που δεν την είχε και προηγουμένως, δεν έπαθε καμία τροπή ή αλλοίωση, αλλά απλούστατα άνοιξε τους οφθαλμούς των μαθητών, «από της σαρκός εις το πνεύμα», κατά την έκφραση του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού.
Θα γράψει χαρακτηριστικά ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Μεταμορφώνεται λοιπόν, όχι με το να λάβει κάτι που δεν ήταν, αλλά παρουσιάζοντας καθαρά αυτό που ήταν στους αγαπητούς μαθητές του, ανοίγοντας τα μάτια τους και ικανώνοντάς τους να βλέπουν, ενώ ήταν τυφλοί πνευματικώς. Αυτό σημαίνει η φράση “μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών”. Μένοντας δηλαδή ο ίδιος ως προς την ταυτότητά του (χωρίς να υποστεί καμιά ουσιαστική αλλαγή) φαίνεται τώρα στους μαθητές διαφορετικός από ότι φαινόταν προηγουμένως…» (Αποσπάσματα ομιλίας στη Μεταμόρφωση του Κυρίου του Αγ. Ιωάννου του Δαμασκηνού, ΕΠΕ 9).
Άνοιξε για μια στιγμή τα μάτια τους «καθώς ηδύναντο, το μεν πληροφορών αυτούς, το δε και φειδόμενος, μήπως συν τη οράσει και το ζην απωλέσωσιν». Τους επιτρέπει με τους σωματικούς οφθαλμούς να δουν τη δόξα της Θεότητος, η οποία ήταν υποστατικά «ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως και αχωρίστως» ενωμένη με την ανθρώπινη φύση.
Για μια στιγμή τους φανερώνει την κατάσταση που θα αποκτήσει το σώμα Του μετά την Ανάσταση, καθώς επίσης και τα σώματα των Αγίων. Και το κάνει αυτό ο Χριστός για να τους προετοιμάσει για τη δοκιμασία του Πάθους, αλλά και για τη δόξα της Αναστάσεως. «Δείξαι βουλόμενος της αναστάσεως την λαμπρότητα».
Ακριβώς αυτήν τη θεολογική εμπειρία, μάς την παραθέτει και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγοντας πως «ο Χριστός μεταμορφώθηκε όχι με το να αποκτήσει κάτι καινούργιο που δε διέθετε προηγουμένως, ούτε με το να μεταβληθεί σε κάτι που δεν ήταν, αλλά με το να παρουσιαστεί στους μαθητές του όπως πραγματικά ήταν, ανοίγοντάς τους τα μάτια να τον δουν και καθιστώντας την αμβλυωπία τους οξυδέρκεια…Δεν το είδαν απλώς με τα μάτια του σώματος, αλλά με τα μάτια που προετοιμάστηκαν κατάλληλα από το Άγιο Πνεύμα. Δηλαδή μεταλλάχτηκαν και έτσι μόνο είδαν τη μεταλλαγή που υπέστη η μεικτή φύση μας».
Δεύτερον. «Μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών». Οι υμνογράφοι της Εκκλησίας μας, μάς ομιλούν για το μυστήριο «το προ αιώνων κεκαλυμμένον», το οποίο εφανέρωσε η φρικτή Μεταμόρφωσις του Χριστού.
Ποιο είναι το Μυστήριο; Γράφει χαρακτηριστικά ο π. Γεώργιος Μεταλληνός μεταφέροντας την ομόθυμη ομολογία των υμνογράφων της Εκκλησίας μας. «Μυστήριο». «Η δόξα της Θεότητός Του», «η πατρική δόξα», «η ευπρέπεια της θείας βασιλείας». Ο Χριστός τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος.
«Θεός όλος υπάρχων, όλος βροτός γέγονας, όλη τη Θεότητι μίξας, την ανθρωπότητα εν υποστάσει σου, ην εν δυσί ταις ουσίαις, Μωυσής Ηλίας τε, είδον εν όρει Θαβώρ», θα γράψει και θα ψάλλει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Και αυτή η Θεότητα μαρτυρείται τριπλά επάνω στο όρος Θαβώρ
Α. Μαρτυρείται με το φώς. Το χαρακτηρίζουν οι ιεροί υμνογράφοι «υπέρ αίγλην, υπέρ τον ήλιον, θεία δόξα».
Β. Μαρτυρείται με την Πατρική φωνή. «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα· αυτού ακούετε» (Ματθ. 17,5). Έχουμε μια ακόμη Πατρική επιβεβαίωση, όπως και προηγουμένως στα νερά του Ιορδάνου.
Γ. Μαρτυρείται με την εμφάνιση της νεφέλης. Και η νεφέλη είναι η χάρις του Αγίου Πνεύματος «η νεφέλη σαφώς την χάριν του Πνεύματος, παρεδήλου εμφανέστατα», θα σημειώσει και πάλι ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Και ο Άγιος Ανδρέας Επίσκοπος Κρήτης θα γράψει πως η νεφέλη της Μεταμορφώσεως είναι η ίδια η περιστερά που φάνηκε στη Βάπτιση του Χριστού, δηλαδή το Πνεύμα το Άγιο.
Έχουμε, λοιπόν, τη φανέρωση της Αγίας Τριάδος, όπως και στον Ιορδάνη ποταμό. Γι’ αυτό και ψάλλουμε «Φως αναλλοίωτον Λόγε, φωτός Πατρός αγεννήτου, εν τω φανέντι φωτί σου, σήμερον εν Θαβωρίω φως είδομεν τον Πατέρα, φως και το Πνεύμα, φωταγωγούν πάσαν κτίσιν».
Αυτή η γιορτή έχει για όλους μας ένα μυστικό νόημα. Μας το αποτυπώνουν οι ιεροί υμνογράφοι στο τέλος του Απολυτικίου της εορτής: «λάμψον και ημίν τοις αμαρτωλοίς, το φως σου το αΐδιον».
Να φωτιστούμε, να λάμψουμε, να μεταμορφωθούμε, κατά την έκφραση του Αποστόλου Παύλου, «..μεταμορφούμεθα από δόξης εις δόξαν, καθάπερ από Κυρίου Πνεύματος» (Β’ Κορ. 3,18).
Αυτή η έλλαμψη είναι η κληρονομιά που μας χάρισε ο Χριστός, που μας παρέδωσαν οι Πατέρες.
Αν δεν φτάσουμε σ’ αυτή την έλλαμψη, αν δεν δούμε το Θεό ως φως, δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να Τον δούμε και στη Βασιλεία των Ουρανών.
Γι’ αυτό και το αίτημά μας σήμερα ας είναι: «λάμψον και ημίν τοις αμαρτωλοίς, το φως σου το αΐδιον».