Live radio
“Ο αδελφός και φίλος” – Μνήμη Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου Τσάκαλη

Συμπληρώθηκαν 10 χρόνια από την προς Κύριον εκδημία του Αρχιμ. Γρηγορίου Τσάκαλη, Γραμματέως της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (+ 25 Δεκεμβρίου 2003).
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Σεραφείμ, συνδεόταν πνευματικά, φιλικά και αδελφικά μαζί του και ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη του είχε γράψει τότε κείμενο αφιερωμένο στον φίλο του, το οποίο και αναδημοσιεύουμε σήμερα.
Να σημειώσουμε δε, ότι ο Σεβασμιώτατος έχει τοποθετήσει στο Ιερό Επισκοπείο τη φωτογραφία του αδελφού του Γρηγορίου δίπλα στους κεκοιμημένους γονείς του και τον οποίο μνημονεύει καθημερινά στη Θεία Λειτουργία.
Παραθέτουμε το κείμενο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας ως μνημόσυνο του ταπεινού αυτού λευίτου :
Ως κεραυνός εν αιθρία ακούστηκε την ημέρα της μεγάλης εορτής των Χριστουγέννων η θλιβερή είδηση της προς Κύριον εκδημίας του Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου Τσάκαλη. Δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε και να το συνειδητο-ποιήσουμε Κληρικοί παντός βαθμού, Μοναχοί και Μοναχές, αλλά και λαικοί αδελφοί μας, όσοι τον γνωρίσαμε και συνδεθήκαμε μαζί του. Ο νούς μας δεν μπορούσε να αφομοιώσει αυτό το θλιβερό γεγονός, πως πλέον δεν θα υπάρχει ανάμεσα μας, δεν θα ακούμε την πάντα μειλίχια φωνή του και δεν θα βλέπαμε το χαμογελαστό πρόσωπό του με την ζωγραφισμένη σ’αυτό ηρεμία και αισιοδοξία.

Η κοίμησις του, ήταν το κυρίαρχο θέμα της ημέρας μαζί με τις ευχές μας, στις τηλεφωνικές μας επικοινωνίες αμέσως στρέφαμε το λόγο μας στον π. Γρηγόριο και θυμόμασταν όλα εκείνα τα οποία μας συνέδεσαν μαζί του. Τον π. Γρηγόριο τον γνώρισα στα Γραφεία της Ιεράς Συνόδου, περίπου το έτος 1989. Είχα ακούσει για αυτόν από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης κ. Ιγνάτιο και τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Διαυλείας κ. Δαμασκηνό και πολλούς άλλους Κληρικούς, οι οποίοι τον γνώριζαν πριν από πολλά χρόνια και είχαν τις καλύτερες εντυπώσεις. Υπηρετούσε τότε στην Ιερά Μητρόπολη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως ως Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος και μάλιστα δεξί χέρι και άνθρωπος εμπιστοσύνης και πολύτιμος συνεργάτης του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Θεοφίλου. Ήταν ένας καταξιωμένος Κληρικός, άοκνος εργάτης του Αμπελώνος του Κυρίου, που καλλιεργούσε το γεώργιο της τοπικής Εκκλησίας με υπομονή, επιμονή, επιμέλεια και διάκριση, ώστε να αποσπά την εμπιστοσύνη του λαού του Θεού. Ήταν μία μεγάλη καρδιά που αγαπούσε τους πάντας. Ένας άνθρωπος που ήξερε να διακονεί με ταπείνωση και με αθόρυβο τρόπο τον κουρασμένο άνθρωπο της εποχής μας.
Όταν ο Γρηγόριος ήρθε στα γραφεια της Ιεράς Συνόδου, από την πρώτη στιγμή έγινε πόλος έλξεως και το γραφείο του σημείο αναφοράς. Όλοι είχαν να πούν έναν καλό λόγο για το πρόσωπό του. Ήξερε να αγαπά, να αγαπά τον συνομιλητή του, να ειρηνεύει τις συνειδήσεις, να διαλύει παρεξηγήσεις να σκορπίζει χαμόγελο και εμπιστοσύνη. Συνδέθηκα μαζί του. Γίναμε αχώριστοι φίλοι. Όχι ομόστεγοι και ομοτράπεζοι, αλλά σύμψυχοι. Δεν υπήρχε ημέρα που να μην επικοινωνήσω μαζί του και να του ανοίξω την καρδιά μου, καταθέτοντας τους δικούς μου προβληματισμούς από την καθημερινή ιερατική διακονία. Έτσι, μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά τον πλούσιο σε χαρίσματα χαρακτήρα του, το ταπεινό του φρόνημα, που δυστυχώς απουσιάζει από μερικούς Κληρικούς της Εκκλησίας μας σήμερα. Πόσες φορές δεν ξενυχτήσαμε μαζί γράφοντας πρακτικά της Ιεράς Συνόδου και χαριτο-λογώντας έλεγε: «Σεραφείμ, θα χάσουμε την ψυχή μας, γίναμε Κληρικοί για να διακονήσουμε το Ιερό Θυσιαστήριο. Μας ετίμησε ο Θεός με την ατίμητη Ιερωσύνη, αν και δεν το αξίζαμε»!
Ο Γρηγόριος διέθετε πλούσια χαρίσματα, ήταν προικισμένος από την πρόνοια του Θεού με πολλά τάλαντα· ήταν άνθρωπος κατ’ αρχήν ταπεινός. Δεν ήθελε να φαίνεται ούτε και να παρουσιάζει τον πλούσιο ψυχικό του κόσμο. Ήθελε τα πάντα να είναι καλυμμένα με την αρετή της ταπεινώσεως που ανεβάζει τον άνθρωπο και τον εξυψώνει, όχι μόνο στα μάτια των ανθρώπων αλλά πολύ περισσότερο στα μάτια του Θεού. “Δεν είμαι τίποτα” έλεγε χαρακτηριστικά, “αν έχω κάτι, το οφείλω στο Θεό”. Ήξερε, ακόμη, να ταπεινώνει και τον εαυτό του και να ζητά συγνώμη για τα τυχόν λάθη του, όχι μόνο από τους μεγαλυτέρους του, αλλά και από τους μικροτέρους στην ηλικία από αυτόν και από τους υφισταμένους του ακόμη και με τον τρόπο αυτό να αφοπλίζει και συγχρόνως να διδάσκει.
Διέθετε ο Γρηγόριος, επιπλέον, απλότητα. Φερόταν απλά, ανεπιτήδευτα, χωρίς κολακίες προς τους ανθρώπους. Ήξερε να ζητά αυτό που επιθυμούσε με καλό τρόπο και με ευγένεια. Απευθυνόταν στον Θεό σαν τους απλούς και αγιασμένους εκείνους γεροντάδες του Αγίου Όρους και των αγίων Μοναστηριών της Ορθοδοξίας μας, αφού γνώριζε ότι ο Θεός καταδέχεται τους απλούς ανθρώπους και ότι οι απλοί και απονήρευτοι άνθρωποι είναι εκείνοι που θα κερδίσουν την Βασιλεία των Ουρανών. Γι’ αυτό τον έβλεπα πολλές φορές όταν βρισκόμουν μαζί του, στον Ναό στον οποίον υπηρετούσε, στον Άγιο Ιωάννη οδού Βουλιαγμένης, να απευθύνεται με οικειότητα στον Άγιο, τον οποίον είχε προστάτη, αφού στο Μοναστήρι του, στον Πρόδρομο Γορτυνίας εκάρη μοναχός, στον Άγιο Αθανάσιο Χριστιανουπόλεως και ιδιαιτέρως στον Άγιο Νικόλαο τον Πλανά, τον Άγιο τας απλότητος και να τους παρακαλεί για τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι της Ενορίας του. Μιά μέρα άναψε μία λαμπάδα στα χαριτόβρυτα λείψανα τοά Αγίου Νικολάου του Πλανά και τον άκουσα να λέγει: «Παππού, θέλω θαύμα, θέλω την επέμβασή σου, ο άνθρωπος αυτός υποφέρει». Πως να μην ευαρεστηθεί ο Θεός, οι Άγιοι της Εκκλησίας μας, βλέποντας αυτήν την απλότητα και την αγάπη και την συμπόνοια να ξεχιλίζουν μέσα από την καρδιά του.
Γνωρίσματα, ακόμη, του Γρηγορίου ήταν η ειλικρίνεια «έστω δε ημών το ναί ναί και το ου ου», το ανυπόκριτο, το ακατάκριτο, το ανεπίφθονο, αλλά και συγχρόνως, το συγχωρητικόν του χαρακτήρος του. Δεν φθονούσε κανέναν, χαιρόταν με την προαγωγή του άλλου και βοηθούσε με τον τρόπο του. «Εάν μπορώ να βοηθήσω σε κάτι θα το κάνω με όλη μου την καρδιά, έχει ο Θεός για μένα».
Εκεί, όμως, που ο Γρηγόριος διέπρεψε, ήταν η αρετή της συγχωρητικότητος. Στην ζωή του πόνεσε, δέχθηκε βέλη πεπυρωμένα, όπως δεχόμαστε όλοι μας στην «μέλαινα και ζοφώδη του βίου θάλασσα», όπως παρουσιάζει την ζωή ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Καί ήταν πολλοί εκείνοι που τον πίκραναν, Κληρικοί και λαικοί και πνευματικά του παιδιά, ακόμη, συνεργάτες και φίλοι, του οποίους είχε ευεργετήσει. Άλλωστε, «ουδείς ασφαλέστερος εχθρός από ευεργετηθέντα αχάριστο». Ήξερε, όμως, να συγχωρεί και να αγαπά, να τους μνημονεύει στην Ιερά Προσκομιδή και να προσεύχεται για αυτούς. Όταν συζητούσαμε μαζί τα θέματα αυτά, μου έδειχνε με το χέρι του το ουρανό επαναλαμβάνοντας την ικεσία του πρωτομάρτυρα του Γολγοθά «Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» και κατέληγε: «είναι η καλύτερη πληρωμή και η μεγαλύτερη απάντηση να παραδίδει κανείς όλους αυτούς σε Εκείνον, που “δικαιοσύνας ηγάπησεν, ευθύτητας είδεν το πρόσωπον Αυτού».
Θυμάμαι χαρακτηριστικά, μία μέρα όταν τον επισκέφθηκα στον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννου, πικραμένος και προβληματισμένος από τα πολυποίκιλα προβλήματα της διαποιμάνσεως της ακριτικής επαρχίας της Καστοριάς, που η πρόνοια του Θεού με έταξε ποιμένα και Επίσκοπο, του ζήτησα να εξομολογηθώ ανοίγοντας διάπλατα την καρδιά μου στον φίλο αδελφό και πατέρα. Πράγματι, στο Ιερό Βήμα του Ναού, έβαλε το επιτραχήλιόν του, με άκουσε με ηρεμία, μου ανέφερε παραδείγματα από την δική του ζωή και ιδιαίτερα από την αχαριστία των ανθρώπων, που μας πληγώνει πολλές φορές σε αφάνταστο σημείο και κυρίως όταν προέρχεται από δικούς μας ανθρώπους, και κατέληξε: «υπομονή, αδελφέ· και εγώ θα εύχομαι και εσύ θα εύχεσαι για να μας δώσει ο Θεός την Χάρη Του». Γονάτισα, μου διάβασε την συγχωρητική ευχή και στο τέλος μου ζήτησε να εξομολογηθεί και εκείνος και να του αναγνώσω και εγώ την σχετική ευχή του ιερού μυστηρίου της μετανοίας. Όταν τελείωσε η εξομολόγηση, μου ανέφερε: «έχω πνευματικό τον π. Γαβριήλ που είναι σε ένα Μοναστήρι του Καρέα και εξομολογούμαι τακτικά. Αυτές τις ημέρες είναι ασθενής και δεν μπορώ να τον δω. Άλλωστε, αδελφός υπό αδελφού βοηθούμενος εστί πόλις οχυρά.»
Ο Γρηγόριος, όμως, είχε και μία άλλη κρυφή αρετή, στην οποία πραγματικά διέπρεψε δίνοντας εξετάσεις καθημερινά· ήταν η αρετή της ελεημοσύνης. Γνώριζε από τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο ότι είναι σπουδαίο πράγμα η ελεημοσύνη, που φαινομενικά σκορπίζεται, αλλά στην πραγματικότητα επιστρέφει στον ελεήμονα και όποιος καρποφορεί σε έργα πίστεως και αγάπης, εκείνος είναι πραγματικός μαθητής του Χριστού. Έτσι, ο Γρηγόριος είχε πάντοτε το πορτοφόλι του άδειο, μετά από τόσα χρόνια ιερατικής διακονίας να χρωστάει ακόμη και το σπίτι του, αφού με εκείνα που του χάριζε ο Θεός ετοίμασε τη ουράνια κατοικία στην Βασιλεία των Ουρανών. Είμαι μάρτυς πολλών γεγονότων. Προσέφερε με απλοχεριά, με διάκριση, χωρίς να προσβάλλει τον άνθρωπο που είχε ανάγκη, στήριζε οικογένειες στέλνοντάς τους χρήματα, τρόφιμα, φάρμακα και ο,τι είχαν ανάγκη. Βοηθούσε φοιτητές, Κληρικούς, Μοναχούς, Μοναχές, πτωχά Μοναστήρια, ανθρώπους της Αθήνας και της Γορτυνίας. Στα χείλη του πάντοτε είχε τον λόγο του Αποστόλου Παύλου: «Ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός» και «ο σπείρων φειδομένως, φειδομένως και θερίσει και ο σπείρων επ’ ευλογίας επ’ ευλογίας και θερίσει». Άκουσα, μάλιστα, την ημέρα της Εξοδίου Ακολουθίας, που για την Ενορία του Αγίου Ιωάννου Βουλιαγμένης ήταν Πάσχα χαρμολύπης για τον καταξιωμένο Κληρικό της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και Εφημέριο της ως άνω Ενορίας, ότι τις παραμονές των Χριστουγέννων έδωσε ακόμα και το δώρο του μισθού του, γα να ανακουφίσει εκείνους που είχαν ανάγκη. Τον μακάρισα μέσα από την καρδιά μου. Ζήτησα κατά την διάρκεια της Ακολουθίας την προσευχή του και την μεσιτεία του στον Θρόνο του Θεού, όπου είμαι σίγουρος πως μετά παρρησίας προσεδρεύει, αφού το άδειο πορτοφόλι, η καθαρότητα της καρδιάς του και το ταπεινό του χαρακτήρος του τον ανέβασαν στα μάτια του Θεού και στην συνείδηση της Εκκλησίας και του προετοίμασαν την είσοδό του στην Βασιλεία των Ουρανών. Άλλωστε, και η ημέρα που μετεκλήθη στο ουράνιο Θυσιαστήριο φανερώνει πως ο δούλος του Θεού, ο απλούς τη καρδία, έγινε ευάρεστος στον Θεό. Ηγαπήθη και ηρπάγη για να συναντηθεί με τον Δεσπότη Χριστό και να συνεχίσει την διακονία του στο ουράνιο Θυσιαστήριο.
Άκουσα πολλά την ημέρα της νεκρωσίμου Ακολουθίας. Επίσκοποι, Πρεσβύτεροι, Διάκονοι, Μοναχοί, Μοναχές, λαικοί αδελφοί μας, όλοι είχαν να πούν έναν καλό λόγο και να εθυμούντο μία ευεργεσία του π. Γρηγορίου. Ακόμη και εκείνοι που δεν τον ήθελαν και που τον πίκραναν, δεν αμφέβαλαν για τον χαρακτήρα του, τις γνώσεις του, τις διοικητικές του ικανότητες, το εκκλησιαστικό του φρόνημα και το ορθόδοξο ήθος του.
Τώρα, ο Γρηγόριος αναπαύεται στην αγκαλιά του Θεού. Δεν έχει ανάγκη από τους επαίνους των ανθρώπων, οι οποίοι ποτέ δεν τον άγγιξαν, ούτε, ακόμη, τον μειώνουν τα πικρόχολα σχόλια, οι φθόνοι και οι κακίες. Γιά όλους υψώνει χείρα ικεσίας και προσευχής τονίζοντας ότι: “Τοιούτος γαρ ημών ο βίος, αδελφοί, τούτο επί γης παίγνιον, ουκ όντας γενέσθαι και γενομένους αναιρεθήναι, όναρ εσμέν ουχ ιστάμενον, φύσημά τι μη κρατούμενον, πτήσις ορνέου παρερχομένου, ναύς επί θαλάσσης ίχνος ουκ έχουσα”. Διό “αδελφοί μου αγαπητοί, μη μου επιλάθεσθε όταν υμνείτε τον Κύριον, αλλά μνήσθητέ μου του πόθου και της αγάπης, μνήσθητε και της αδελφότητος και ικετεύσατε τον Θεόν, ίνα με αναπαύση μετά των δικαίων ο Κύριος”.
Καί εμείς, οι φίλοι του και αδελφοί του, μένουμε με την ανάμνηση της μορφής του επαναλαμβάνοτας μαζί με την Εκκλησία:
ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ ΑΔΕΛΦΕ ΜΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΕ
γιατί, όσοι σε γνωρίσαμε, αισθανθήκαμε την θαλπωρή της αγάπης σου, απολαύσαμε τον πλούτο των αισθημάτων σου, διδαχθήκαμε από το ανεπίφθονο του χαρακτήρος σου.
ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ ΑΔΕΛΦΕ ΜΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΕ
γιατί, υπηρέτησες την Εκκλησία του Χριστού σεμνά και αθόρυβα, αποτελεσματικά και διακριτικά, χωρίς διαφημίσεις και προβολές. Άλλωστε, οι μικροί ζητούν την προβολή, οι μεγάλοι εντυπωσιάζουν με την απλότητά τους, όπως Εκείνος που γεννήθηκε αθόρυβα “υπό το σπήλαιον” και ο Οποίος σε κάλεσε κατά την ημέρα της κατά σάρκα Γεννήσεώς Του να σε αναπαύσει από τους κόπους σου στα φωτοπάλατα του Ουρανού.
ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ ΑΔΕΛΦΕ ΜΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΕ
γιατί, έσπειρες, εδίδαξες λόγω και έργω τον λαό του Θεού, ότι ως κέντρο της ζωής μας πρέπει να είναι ο Χριστός και μόνον ο Χριστός, πόθος φλογερός η Βασιλεία του Θεού, αγώνας προσωπικός ο αγιασμός και σκοπός αμετάθετος η θέωση. Τώρα, μπορείς και εσύ μαζί με τον αριστέα των πνευματικών παλαισμάτων να επαναλαμβάνεις: “τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα, λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος”.
Αδελφέ μου αγαπητέ και φίλε μου επιστήθιε, δέξου τα ελάχιστα αυτά ψελίσματα βγαλμένα μέσα από την καρδιά μου και ύψωσε χείρα ικεσίας στο Θρόνο της Μεγαλωσύνης για όλους μας. Θα σε θυμόμαστε πάντα. Το όνομά σου θα είναι γραμμένο με ανεξίτηλα γράμματα στην καρδιά μας, στην προσκομιδή, στην Αγία Τράπεζα και θα παρακαλούμε τον Θεό να κατατάξει το πνεύμα σου “εν τόπω φωτεινώ και τερπνώ, ένθα οι δίκαιοι αναπαύονται, εντεύξει δε και παρά Χριστού τη κρίσει, την άφεσιν και το μέγα έλεος”, αφού “εν πίστει και αγάπη και ελπίδι και πραότητι και αγνεία και εν τω ιερατικώ αξιώματι ευσεβώς διέπρεψας, αείμνηστε”. 

ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ, ΦΙΛΕ ΜΟΥ ΑΚΡΙΒΕ
ΚΑΙ ΑΔΕΛΦΕ ΜΟΥ, ΣΕΒΑΣΤΕ ΓΡΗΓΟΡΙΕ.
ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ
ΚΑΛΗ ΑΝΤΑΜΩΣΗ