Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ
Ο Απόστολος Παύλος στο δωδέκατο κεφάλαιο της προς Ρωμαίους επιστολής του, προτρέπει τους Χριστιανούς να έρχονται αρωγοί και βοηθοί στους πάσχοντες συνανθρώπους τους. Ο λόγος του είναι χαρακτηριστικός : «ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες»1, δηλαδή, να γίνεσθε συμμέτοχοι και βοηθοί στις ανάγκες των Χριστιανών. Όπως θα ερμηνεύσει ο Άγιος Γεννάδιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ονομάζει τους Χριστιανούς «αγίους», «ως προς αγιασμόν κεκλημένους»2.
Όλοι έχουμε υλικές ανάγκες, ακόμη και αυτοί οι αφοσιωμένοι εργάτες του Ευαγγελίου. Τα αγαθά, λοιπόν, τα οποία χαρίζει ο Θεός στην παρούσα ζωή, πρέπει να προσφέρονται σε όλους, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις βασικές ανάγκες επιβιώσεως. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να είμαστε αδιάφοροι προς τον άλλο, αφού είμαστε ένα σώμα και μία κοινωνία.
Στην προτροπή αυτή του Αποστόλου των Εθνών, άξια παρατηρήσεως είναι ακόμη η λέξη «κοινωνούντες», που σημαίνει ότι ο καθένας λαμβάνει ενεργό μέρος και συμπαρίσταται εμπράκτως στην κάλυψη των αναγκών των συνανθρώπων του, όπως θα γράψει ο Άγιος Γεννάδιος3.
Πρώτον. «Ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες».
Σ’ αυτήν την προτροπή βλέπουμε τη μεγάλη αρετή της ελεημοσύνης. Είναι η βάση όλων των αρετών κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Μάλιστα την ονομάζει και βασίλισσα «που ανεβάζει γρήγορα τους ανθρώπους στις αψίδες του ουρανού». Και συμπληρώνει : «Είναι μεγάλα τα φτερά της ελεημοσύνης … ξεπερνάει τον ουρανό, προσπερνάει και το πλήθος των αγγέλων και τους χορούς των αρχαγγέλων και όλες τις ανώτερες πνευματικές δυνάμεις και στέκεται δίπλα στον ίδιο το θρόνο του Ουρανίου Βασιλέως»4.
Αυτή θα μας συμπαρασταθεί με θάρρος, θα προσθέσει και πάλι η χρυσή φωνή της Εκκλησίας, και θα μας γλυτώσει από τα βασανιστήρια και τη δίκαιη τιμωρία της άλλης ζωής, αφού κανείς δεν θα αντισταθεί σ’ εκείνον που μπαίνει μαζί με αυτήν στον Παράδεισο. Τα φτερά της είναι ανάλαφρα γι’ αυτό και ανεβαίνει στο ίδιο το θρόνο του Ουρανίου Βασιλέως όπου εισάγει ελεύθερα τους φίλους της . Ο Ιερός Χρυσόστομος που συχνά πυκνά στις ομιλίες του αναφέρεται σε αυτήν την αρετή και μάλιστα προτρέπει το ακροατήριό του να τη χρησιμοποιεί καθημερινά, την ονομάζει ακόμη μητέρα της αγάπης, φάρμακο για τα αμαρτήματά μας και σαπούνι για την ακαθαρσία της ψυχής μας6. Την θεωρεί ακόμη ανώτερη και από αυτήν την παρθενία7.
Δεύτερον. «Ταις χρείαις των Αγίων κοινωνούντες».
Η δική μας αγάπη, ως έκφραση ευγνωμοσύνης στο Θεό, μπορεί να κάνει και σήμερα θαύματα. Όχι από το περίσσευμα, αλλά από το υστέρημα. Μπορεί :
να περιστείλει τις άσκοπες δαπάνες,
να ανταποκριθεί σε έκτακτες καταστάσεις με φιλότιμο και ψυχραιμία,
να δώσει παρηγοριά σε πενθούντες,
να συμμετάσχει και να αντιμετωπίσει και τις επείγουσες και τις καθημερινές ανάγκες των συνανθρώπων μας,
να ζεστάνει καρδιές και σώματα,
να ανεβάσει το θερμόμετρο της ποιότητος της ζωής,
να καταργήσει το φράγμα του ατομισμού που δημιουργεί η νοοτροπία του κόσμου,
να μεταδώσει ζωή, κουράγιο, χαρά,
να ανακουφίσει τον ψυχικό και το σωματικό πόνο,
να διώξει τη μοναξιά, το φόβο, την απελπισία,
να προσφέρει το δροσερό νερό της καλοσύνης και της αγάπης στις διψασμένες ψυχές των γύρω μας.
Οφείλουμε, επίσης, να θυμόμαστε ότι χωρίς αγάπη, είναι μάταιη κάθε θρησκευτική ενασχόληση8. Και οι Χριστιανοί καταντούν δένδρα άκαρπα, άχρηστα και που βρίσκονται κοντά στην αξίνα, έτοιμα να κοπούν και να καούν σύμφωνα με τον ευαγγελικό λόγο9.
Η ελεημοσύνη δεν περιορίζεται μόνο στην υλική τροφή, αλλά επεκτείνεται στον εγκάρδιο χαιρετισμό, στην αδελφική συμβουλή, στον παρηγορητικό λόγο και στη θερμή προσευχή. Η κάθε μέρα του Χριστιανού μπορεί και πρέπει να είναι μία αλυσίδα ευεργεσιών. Ο Μέγας Βασίλειος είναι χαρακτηριστικός : «Αν δώσεις από το υστέρημά σου, θα έχεις και συ γεμάτο το δοχείο του λαδιού με τη χάρη του Θεού και το δοχείο με το αλεύρι θα είναι ανεξάντλητο … Δάνεισε, συ ο φτωχός και άπορος, τον πλούσιο Θεό. Δώσε εμπιστοσύνη στο Θεό … και θα ανταποδώσει την ευεργεσία από τα δικά του αγαθά»10. Κάθε φορά, λοιπόν, που ανοίγουμε το χέρι μας για να βοηθήσουμε ένα συνάθρωπό μας, η πράξη προσφέρεται στον ίδιο το Θεό.
Τρίτον. «Ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες».
Όταν προσφέρουμε με ιλαρότητα στον πάσχοντα, όπως θα μας υπενθυμίσει ο Απόστολος Παύλος «ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός»11, δεν ενδιαφερόμαστε μόνο για εκείνον που υποφέρει, αλλά κυρίως φροντίζουμε και για τη δική μας σωτηρία.
Όταν ελεούμε, εμείς ελεούμεθα!
Όταν ευεργετούμε, εμείς ευεργετούμεθα!
Γιατρεύουμε με την ελεημοσύνη τα τραύματα της ψυχής, που είναι οι αμαρτίες μας.
Κι αν ο Θεός, γράφει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, έγινε φτωχός για εμάς και δέχεται με αγάπη επάνω στον εαυτό Του τα πάθη του καθενός μας … τότε γίνεται φανερό ότι περισσότερο θα είναι μιμητής του Θεού αυτός ο άνθρωπος που θεραπεύει, όπως ο Θεός, τα πάθη των άλλων από φιλανθρωπία12.
«Ιδού», λοιπόν «καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας»13 «ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες», ώστε να μπορέσουμε να δούμε το πρόσωπο του Θεού και να γίνουμε πολίτες της αιωνίου ζωής.
1. Ρωμ. 12,13
2. Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις τας Επιστολάς της Καινής Διαθήκης, Τόμος Α’, έκδ. 4η, Αθήνα 1989, σελ. 184
3. αυτόθι
4. Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Περί μετανοίας, ομιλ. Γ’, ΕΠΕ 30,138
5. Του ιδίου, Μη φοβού όταν πλουτήσῃ άνθρωπος, ομιλ. Β’, ΕΠΕ 8Α,318
6. Του ιδίου, Εις Τίτον, ομιλ. ΣΤ’, ΕΠΕ 24,128
7. Του ιδίου, Εις Ηλίαν και χήραν, ΕΠΕ 8Α,157
8. Ιακ. 2,16-17
9. «ήδη δε καί η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται · παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται». Ματθ. 3,10
10. Μεγ. Βασιλείου, Εν λιμώ και αυχμώ, ΕΠΕ 7,148-150
11. Β’ Κορ. 9,7
12. Αγ. Μαξίμου του Ομολογητού, Μυσταγωγία, ΕΠΕ 14,154-155
13. Β΄ Κορ. 6,2