«Κύριε, εμνήσθημεν ότι εκείνος ο πλάνος
είπεν έτι ζων, μετά τρεις ημέρας εγείρομαι»(1)
«Εκείνος ο πλάνος», αδελφοί μου, όπως ονόμασαν οι ομο-εθνείς Του, εκείνη την Παρασκευή προ του Πάσχα στο Πραιτώριο του Ρωμαίου ηγεμόνος Πιλάτου, τον Μονογενή Υιό και Λόγο του Θεού, μας σύναξε απόψε σ’ αυτή τη σταυροαναστάσιμη Ακολουθία του Όρθρου του Μεγάλου Σαββάτου.
Αυτός ο ξένος, που κατέβηκε μυστικά και αθόρυβα από τα ουράνια σκηνώματα ανάμεσα σε μας τους ξένους στον πλανήτη αυτό της γης και που «οίδε ξενίζειν τους πτωχούς και τους ξένους»(2) γίνεται πάλι υπόθεση λατρείας και σεβασμού από τα μέλη του τιμίου σώματός Του.
Αυτός ο αμφισβητούμενος, ο θαυμαζόμενος και ο περιφρονούμενος, αυτός που «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών … και εις σημείον αντιλεγόμενον»(3) κατά την προφητεία του Δικαίου Συμεών, δεν σταμάτησε, αιώνες τώρα, να προβληματίζει τις καρδιές των ανθρώπων.
Τι έχει να μας πεί σήμερα αυτός ο πλάνος, όπως Τον ονόμασαν, σε μας τους μαθητές Του; Ποιός είναι ο λόγος Του, το μήνυμά Του, η παρακαταθήκη Του σε μας τα παιδιά Του;
Το μήνυμα του Χριστού, αδελφοί μου, είναι:
η κρίση του κόσμου.
«Νυν κρίσις εστί του κόσμου τούτου»(4) μας υπενθυμίζει ο μαθητής της αγάπης και Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος.
Πρώτον. Κρίση του κόσμου . . . Κρίθηκε τότε ο κόσμος μπροστά στο Σταυρό του Χριστού. Κρίθηκε ο όχλος, το αλλο-πρόσαλλο πλήθος και ο ευμετάβολος λαός.
Κρίθηκαν οι φθονεροί νομοθέτες του Ισραήλ με την υποκριτι-κη ευσέβειά τους, που θέλησαν να Τον εξαφανίσουν από προσώπου γης, για να μην ελέγχονται από τους λόγους Του και τη διδασκαλία Του.
Κρίθηκε ο προδότης.
Κρίθηκε ο Μαθητής που Τον αρνήθηκε.
Κρίθηκε ο Ληστής που εθεολόγησε και που με το «μνήσθητί μου» κλειδούχησε τον Παράδεισο.
Κρίθηκε ο Πιλάτος.
Κρίθηκαν οι Αρχιερείς.
Κρίθηκαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι.
Κρίθηκαν όλοι, για τη στάση τους, ανάλογα με την καρδιά τους και την τοποθέτησή τους στο πρόσωπό Του.
Δεύτερον. «Νυν κρίσις εστί του κόσμου». Όχι οικονομική, όπως την ονομάσαμε, αλλά κατ’ εξοχήν πνευματική. Κρινόμαστε όλοι καθημερινά. Δίνουμε εξετάσεις μπροστά στο Σταυρό του Χριστού και εγώ που σας μιλώ την ώρα αυτή και εσείς που με ακούτε, για το τι προτιμήσαμε στη ζωή μας: τον Χριστό ή τον καίσαρα, τον Θεό ή το μαμωνά;
Κρινόμαστε για το τι διαλέγουμε και το τι επιθυμούμε να κάνουμε.
Κρινόμαστε: αν ζούμε με το όραμα της δικαιοσύνης, της ειρήνης και της αγάπης,
αν διαλέγουμε αποφάσεις για θυσίες του εαυτού μας για τη σωτηρία των άλλων,
αν στο πρόσωπο του άλλου βλέπουμε το πρόσωπο του Χριστού,
αν μας διακρίνει το πνεύμα της ειλικρίνειας και της εντιμότητας. Γιατί δεν επιτρέπεται σε μας τους Χριστιανούς να ασχημονούμε και να εγκληματούμε χάριν δήθεν ευγενών σκοπών, αφού κανείς σκοπός στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, δεν αγιάζει τα μέσα.
Κρινόμαστε καθημερινά: για τη δική μας αστάθεια απέναντι στο σώμα του Χριστού που είναι η Εκκλησία μας,
για το συμφέρον που διαλέγουμε τις δύσκολες ώρες,
για την άρνηση του ονόματος του Χριστού,
για την απιστία και την αθεία που έγινε της μόδας σήμερα,
για την αδιαφορία που δείχνουμε στην αλήθεια και τη δικαιοσύνη.
Και το παράπονο του Χριστού είναι χαρακτηριστικό για μας τους Νεοέλληνες Ορθοδόξους: «Αύτη δε εστιν η κρίσις, ότι το φως ελήλυθεν εις τον κόσμον, και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φως ην γαρ πονηρά αυτών τα έργα»(5).
Αδελφοί μου αγαπητοί,
Ετοιμαζόμαστε και πάλι να γιορτάσουμε το Πάσχα.
Αναζητούμε γύρω μας, μέσα μας, στους Ναούς μας, να δούμε το πρόσωπο Εκείνου του πλάνου για να ακουμπήσουμε. Είναι το μοναδικό πρόσωπο που δεν πρόκειται να μας προδώσει ποτέ.
Ζητούμε να ξαποστάσουμε κοντά Του, προκειμένου να γεμί-σουμε με χαρά ελπίδα και φως, αφού αυτά απουσιάζουν από τη ζωή μας και δεν μπορεί να μας τα προσφέρει σήμερα, ούτε ο πολιτισμός μας τον οποίο θεοποιήσαμε, ούτε η τεχνολογία την οποία ειδωλοποιήσαμε.
Θα τα αποκτήσουμε όλα αυτά, και τα εγκόσμια και τα υπερκόσμια, αρκεί μόνο να αναγνωρίσουμε Αυτόν, που Τον ονόμα-σαν κάποτε πλάνο, ως Βασιλέα των καρδιών μας, Διδάσκαλο και Κύριό μας, Σωτήρα και Λυτρωτή μας, φίλο και αδελφό μας.
Αυτή την τόσο συγκινητική νύκτα, εδώ στο μετερίζι της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, εδώ στην πόλη της Παναγίας και των Αγίων, σας αγκαλιάζω όλους με την αγάπη μου και σας προσφέρω τις ταπεινές μου ευχές, που γίνονται καθημερινές προσευχές για τον καθένα σας ξεχωριστά.
Κουράγιο, αδελφοί μου, στη δύσκολή αυτή περίοδο που διανύει η πατρίδα μας. Μετά τη Μεγάλη Παρασκευή ακολουθεί η Ανάσταση. Ο Χριστός θα βασιλεύσει και πάλι. Η αλήθεια θα θριαμβεύσει και θα επικρατήσει το φως, αρκεί να επιστρέψουμε στην αγκαλιά της Εκκλησίας και να βιώσουμε το κήρυγμά της που είναι η μετάνοια.
Αγκαλιάζω με την αγάπη μου τα απόδημα παιδιά μας που βρίσκονται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης και που πολλοί από αυτούς μας συμπαρίστανται τη δύσκολη αυτή ώρα.
Χαιρετίζω τους φιλοξενουμένους μας, που έφθασαν στον όμορφο τόπο μας για να γιορτάσουν μαζί μας το Άγιο Πάσχα και να βιώσουν μία πασχάλια εμπειρία από την αρχοντική και γεμάτη αγάπη, φιλοξενία. Τούς προσφέρουμε φως, γιατί αυτό υπάρχει στον τόπο μας και είναι άσβεστο στη Βυζαντινή Μαυριώτισσα, στα Βυζαντινά μας Παρεκκλήσια, στους Ναούς και στα Μοναστήρια μας.
Ας πάρουμε, λοιπόν απόψε, φως από τον τάφο του Χριστού μας,
φως να γίνουμε Χριστού,
«φως όλοι γεγονότες θείον», κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά,
φως να εκπέμπουμε και να ακτινοβολούμε στο σκοτάδι αυτό που επικρατεί γύρω μας.
«Φως Χριστού φαίνει πάσι».
Καλή Ανάσταση, αδελφοί μου.
Ο Χριστός μαζί μας πάντοτε.
Αμήν.
(1) Ματθ. 27,63.
(2) Όρθρος Μεγ. Σαββάτου, Τροπάριον Λιτανείας Επιταφίου.
(3) Λουκ. 2,34.
(4) Ιω. 12,31.
(5) Ιω. 3,19