Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας Σεραφείμ, Υπερτίμου και Εξάρχου Άνω Μακεδονίας
Η ομολογία του Αποστόλου Ναθαναήλ όπως μας την διηγείται ο ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος : «ραββί, συ ει ο υιός του Θεού»1, μας αποκαλύπτει περίτρανα ποιός είναι ο Χριστός.
Δεν είναι ένας κοινωνικός μεταρρυθμιστής, αλλά ούτε φιλόσοφος ο οποίος ήρθε να προσφέρει ορισμένες πεποιθήσεις για να βελτιώσει τη ζωή του ανθρώπου. Δεν είναι ούτε διδάσκαλος, ούτε κτίσμα, ούτε δημιούργημα, ούτε πλάσμα φαντασίας, όπως συνηθίζουν να Τον αποκαλούν οι άνθρωποι, αλλά είναι ο νικητής του θανάτου, της αμαρτίας και του διαβόλου. Είναι Αυτός ο Οποίος έγινε άνθρωπος δια φιλανθρωπίαν προκειμένου να σώσει τον άνθρωπο, να του χαρίσει την παρουσία του Αγίου Πνεύματος και να τον κάνει πολίτη της Βασιλείας των Ουρανών.
Ας δούμε, λοιπόν, σήμερα, αυτήν την επιφανή ημέρα της Ορθοδοξίας που γιορτάζουμε τη νίκη της πίστεώς μας κατά πασών των αιρέσεων, τη νίκη της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, της μοναδικής Εκκλησίας όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως, ποιός είναι ο Χριστός με γνώμονα τη φωνή των Αγίων μας. Διότι αυτοί, με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος και την θεολογική τους εμπειρία προσπάθησαν να εμβαθύνουν στο «πάντων καινόν καινότατον, το μόνον καινόν υπό τον ήλιον»2 μυστήριο, που είναι η Σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού.
Και πρώτον. Ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος Άνθρωπος. «Θεός όλος υπάρχων, όλος βροτός γέγονας, όλη τη θεότητι μίξας την ανθρωπότητα»3, θα υπομνηματίσει ο μεγάλος θεολόγος Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Η θεία και η ανθρώπινη φύση ενώθηκαν αχώριστα και αδιαίρετα στο θεανδρικό πρόσωπό Του, χωρίς να υφίστανται κάποια αλλοίωση.
Γι’ αυτό η θυσία Του επάνω στο Ξύλο του Σταυρού δεν ήταν απλά θυσία ενός αναμάρτητου ανθρώπου, αλλά θυσία του Θεανθρώπου. Έτσι, χωρίς να παύει να είναι Θεός, θυσιάζεται ως Άνθρωπος προκειμένου να ελευθερώσει το ανθρώπινο γένος από τα δεσμά του θανάτου και της αμαρτίας και να καταργήσει «τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτέστιν τον διάβολον»4.
Όπως ο χοϊκός Αδάμ νικήθηκε από τον άρχοντα του σκότους κι έγινε αίτιος της καταδίκης ολόκληρου του ανθρώπινου γένους, ο νέος Αδάμ, ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού, «δια της κατά τον θάνατον οικονομίας, τη σαρκί σαββατίσας, και … δια της Αναστάσεως, εδωρήσατο ημίν ζωήν την αιώνιον»5. Έτσι, η θυσία του Χριστού επί του Σταυρού πετυχαίνει, όχι μόνο τη συνδιαλλαγή και τη συμφιλίωση του αποστάτη ανθρώπου με τον Θεό και την ακύρωση των αρνητικών συνεπειών της πτώσεως, αλλά εξασφαλίζει ταυτόχρονα πλούσιες δωρεές όπως η αθανασία, η αφθαρσία, ο αγιασμός και η θέωση. Με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος αναδεικνύεται και πάλι υιός και κληρονόμος Θεού, συγκληρονόμος Χριστού, ένδοξος και λαμπρός στην άρρητη δόξα και μακαριότητα της αιωνίου ζωής πλησίον του Θεού.
«Αυτή, λοιπόν, την άμετρη μεγαλοσύνη της δυνάμεώς Του, τον πλούτο της φιλανθρωπίας Του και την παντοδυναμία της ισχύος Του, ο Θεός την κατέδειξε, κατ’ εξοχήν, με την εκ νεκρών ανάσταση του Χριστού, την εις ουρανούς ανάληψή Του, υπεράνω των Χερουβείμ και των Σεραφείμ και όλων των ασωμάτων δυνάμεων, με την ίδρυση της Εκκλησίας ως σώμα Του. Σε αυτό το σώμα Κεφαλή είναι Αυτός, ο Αναστάς, Αναληφθείς και αεί Ζων Θεάνθρωπος»6.
Δεύτερον. Ποιός είναι ο Χριστός;
Είναι «ο πρώτος και ο έσχατος και ο ζων εις τους αιώνας των αιώνων»7. Δεν κατοικεί απλώς στους ουρανούς κυβερνώντας τη ζωή και την ιστορία του ανθρώπου, αλλά κατοικεί μέσα στον άνθρωπο. Γι’ αυτό και ο φτερωτός Απόστολος των Εθνών Παύλος θα μας αποκαλύψει την δική του εμπειρία, λέγοντας : «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός»8. Αυτή βέβαια δεν είναι εμπειρία μόνον του Αποστόλου Παύλου, αλλά και όλων των Αγίων της πίστεώς μας. Έτσι, καθίσταται ως ο Θεός των πατέρων ημών που επαναπαύεται στους Αγίους. Γι’ αυτό και απευθυνόμενοι προς Αυτόν κατά τη Θεία Λειτουργία, επαναλαμβάνουμε : «ο Θεός ο άγιος, ο εν αγίοις αναπαυόμενος»9.
Αυτήν τη ζωντανή παρουσία του Θεού που αλλοιώνει και μεταμορφώνει την ύπαρξη του θεουμένου ανθρώπου, τη συναντούμε στους ζωντανούς οργανισμούς της Εκκλησίας μας, τους Αγίους, οι οποίοι φέρουν μέσα τους τον ζώντα Θεό. Κι ενώ στη Δύση, παρασυρμένοι από σύγχρονα ρεύματα, προσκολλήθηκαν στην επιφάνεια και δημιούργησαν μία θεολογία αντίστοιχη προς τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία, την λεγόμενη θεολογία του θανάτου του Θεού ως επακόλουθό της εσωτερικής νεκρώσεως του ανθρώπου, στην καθ’ ημάς Ανατολή, με την ζωογόνο Παράδοσή μας, βιώνουμε καθημερινά την παρουσία του Θεού όπως ακριβώς μας την παρουσιάζουν οι Άγιοί μας. Αυτήν την αλήθεια μας επαναλαμβάνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος : «οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι»10 και συμπληρώνει επαναλαμβάνοντας τη μαρτυρία του Σωτήρος Χριστού περί του προσώπου Του και της αποστολής Του στον κόσμο :
Εγώ είμαι η ζωή και η ανάστασις11.
Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια12.
Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός13.
Εγώ ειμί ο άρτος ο καταβάς εκ του ουρανού14.
Εγώ ειμί το φως του κόσμου15.
«Βαπτίστηκε μεν ως άνθρωπος στον Ιορδάνη, εξάλειψε όμως τις αμαρτίες μας ως Θεός.
Πολεμήθηκε από τον Σατανά και διήλθε πειρασμούς ως άνθρωπος, αλλά νίκησε ως Θεός και μας προτρέπει να έχουμε θάρρος στους δικούς μας πειρασμούς και τις θλίψεις.
Πείνασε ως άνθρωπος, αλλά έθρεψε ως Θεός θαυματουργικά χιλιάδες ανθρώπων.
Κοπίασε ως άνθρωπος, αλλά διεκήρυξε ως Θεός ότι αυτός είναι η ανάπαυση των κουρασμένων.
Προσεύχεται ως άνθρωπος, αλλά ως Θεός ακούει τις προσευχές μας.
Δακρύζει ως άνθρωπος εμπρός στον τάφο του φίλου του Λαζάρου, αλλά ως Θεός παρηγορεί κάθε πενθούντα και παύει τα δάκρυα.
Πωλείται αντί τριάκοντα αργυρίων, αλλά εξαγοράζει τον κόσμο με το πανάγιο αίμα Του.
Οδηγείται ως άνθρωπος στη σφαγή, αλλά ως Θεός ποιμαίνει ο Ίδιος όλην την οικουμένη»16, θεολογεί ο μύστης της θείας ελλάμψεως, Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, το Σώμα του Χριστού, δεν επεδίωξε να κατασκευάσει κάποιον Χριστό, αλλά αγωνίζεται να παραδίδει αδιάκοπα ανά τους αιώνες τον Σωτήρα Κύριο και να Τον ομολογεί με το στόμα του Αποστόλου Πέτρου : «συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος»17.
Έτσι, απέναντι στις διάφορες αιρετικές πλαστογραφίες του Χριστού, αντιπαρατάσσει με αγώνες και θυσίες, με δάκρυα και αίμα, τον ένα Χριστό που μπορεί να σώσει τον άνθρωπο. Αυτό φαίνεται περίτρανα κατά τη σημερινή Κυριακή της Ορθοδοξίας η οποία μεγαλόπρεπα εορτάζεται από την αγία μας Εκκλησία. Γι’ αυτό και η μαρτυρία της Εκκλησίας σε κάθε εποχή παραμένει σταθερή και αμετακίνητη. Ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος Άνθρωπος. Ένας τεμαχισμένος Χριστός που δεν γίνεται δεκτός στην πληρότητά Του, δεν μπορεί να προσφέρει σωτηρία. Κι ένας Χριστιανισμός χωρίς Χριστό είναι, δυστυχώς, αιρετικός Χριστιανισμός, όπως εμφανίζεται στις μέρες μας στις τόσες αιρετικές ομάδες και στα αιρετικά διδασκαλεία.
Ελάτε, λοιπόν, αυτήν την μεγάλη ημέρα της Πίστεώς μας, ελάτε να Τον προσκυνήσουμε συν Πατρί και Αγίω Πνεύματι, ορθόδοξα, λατρευτικά και θεραπευτικά, επαναλαμβάνοντας την ομολογία των Αγίων μας : «Οι Προφήται ως είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν, η Οικουμένη ως συμπεφώνηκεν, η χάρις ως έλαμψεν, η αλήθεια ως αποδέδεικται, το ψεύδος ως απελήλαται, η σοφία ως επαρρησιάσατο, ο Χριστός ως εβράβευσεν, ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν, ούτω κηρύσσομεν Χριστόν τον αληθινόν Θεόν ημών»18.
1. Ιω. 1,50.
2. Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, ΕΠΕ 1,282.
3. Τροπάριο Κανόνος Όρθρου Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.
4. Εβρ. 2,14.
5. Δοξαστικό Αίνων Όρθρου Μεγάλου Σαββάτου.
6. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, Δογματική – Ορθόδοξη φιλοσοφία της αλήθειας, εκδ. Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, 2019, σ.30.
7. Αποκ. 1,17-18.
8. Γαλ. 2,20.
9. Ευχή τρισαγίου ύμνου.
10. Επιστ. Ιω. Α’ 3,2.
11. Ιω. 11,25.
12. Ιω. 14,6.
13. Ιω. 10,11.
14. Ιω. 6,41.
15. Ιω. 8,12.
16. Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, Λόγος θεολογικός τρίτος, ΕΠΕ 4,144-146.
17. Μτθ. 16,16.
18. Συνοδικό Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου.