Μια από τις μεγάλες ευλογίες που χάρισε ο Θεός στην ακριτική και βυζαντινή Καστοριά είναι η παρουσία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και η πρώτη τιμή σ’ αυτήν την πόλη.
Μέχρι σήμερα σώζονται τέσσερις τοιχογραφίες του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά σε Ναούς της Καστοριάς, που χρονολογούνται στην εποχή που έζησε.
Συγκεκριμένα, οι τοιχογραφίες βρίσκονται α) στον Ιερό Ναό των Αγίων Τριών Γουρία, Σαμωνά και Αβίβου των Μαρτύρων, κτίσμα του 14ου αιώνος, όπου βρίσκεται εντός του Ιερού Βήματος, στο διακονικό, και τον χαρακτηρίζει ο αγιογράφος ως «ο νέος Χρυσόστομος»,
β) στον βυζαντινό Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, παρεκκλήσιο της Ιεράς Μονής Παναγίας Μαυριωτίσσης, όπου βρίσκεται εντός του Ιερού Βήματος μαζί με τους υπολοίπους Ιεράρχας, γ) στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου του Βουνού και δ) στον Ιερό Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Απόζαρι, όπου βρίσκεται κι εδώ εντός του Ιερού Βήματος.
Ο βιογράφος και μαθητής του Άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος σημειώνει και τα θαύματα τα οποία έκανε ο Άγιος Γρηγόριος στην Καστοριά, εξαιτίας των οποίων οι φιλοθεέστεροι των Καστοριέων έκτισαν Ναό προς τιμήν του και τιμούσαν κατ’ έτος την ιερά μνήμη του.
Ας απολαύσουμε ένα κείμενο του Αγίου Φιλοθέου του Κόκκινου από τα θαύματα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τη θεραπεία της παράλυτης γυναικός :
“Μια γυναίκα ευγενής και ευπρεπής, ονομαζομένη Ζωή1, παθαίνει δριμύ πόνο στα εντόσθια, που τα επίεζε και τα εστριφογύριζε τόσο δυνατά, ώστε καθημερινώς να χύνωνται από εκεί οχετοί αιμάτων. Η γυναίκα υφίστατο για πέμπτο έτος τη βαρειά αυτή πάθησι, ενώ φάρμακο δεν υπήρχε και κάθε τέχνη ιατρών απέβαινε ανίσχυρη, διότι, παρ’ όλο που καθημερινώς εφήρμοζε πολλές επινοήσεις, δεν επετύγχανε τίποτε, ώστε ν’ απελπισθή και για τη ζωή της ασθενούς. Δεν επρόκειτο δε ούτε για τόσο διάστημα χρόνου ν’ ανθέξη, αφού τόσο πολύ έλιωνε η σάρκα της, αν δεν είχε σώμα τόσο δυνατό και ρωμαλέο και δεν διατηρούσε υγιή την όρεξι για τροφή• έτσι κατόρθωσε η φύσις να ανταπεξέλθη στον τόσο δυνατό πόλεμο του νοσήματος. Αλλά με τον καιρό ενικήθηκε, από το μήκος του χρόνου δαμασμένη, και από τότε έμεινε κατάκειτη και σχεδόν ακίνητη, άλλα δύο έτη πέρα από τα προηγούμενα πέντε.
Καθώς με τον καιρό υψωνόταν λαμπρώς η φήμη των θαυμάτων του μεγάλου Γρηγορίου, των παραδόξως τελουμένων τόσο σ’ εκείνο το μέρος όσο και στη μεγάλη Θεσσαλονίκη, όταν έμαθε για τα λεγόμενα και η ασθενής αυτή, καταφεύγει με πίστι προς τη θεία δύναμι που ενεργούσε σ’ εκείνον. Αφού προκάλεσε τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας, κατά τα θεία λόγια2, πρώτα παρασκευάζει την τέλεσι του ευχελαίου κοινώς, έπειτα δε ζητεί στο τέλος του ευχελαίου την τέλεσι ευχής και δεήσεως υπέρ αυτής προς τον θείο Γρηγόριο. Όταν ετελείτο αυτή η ευχή από τους πρεσβυτέρους κατά τους κανονισμούς, επειδή δεν μπορούσε να στέκεται και να ψάλλη τα θεία μαζί με τους υπέρ αυτής ευχομένους και ψάλλοντας, διότι ήταν κατάκειτη και ακίνητη, και από την κλίνη παρακαλούσε θερμώς τον άγιο και επιζητούσε πιστώς την από αυτόν χάρι και βοήθεια.
Και, ω των παραδόξων έργων και θαυμάτων σου, Χριστέ, αυτή που έλιωνε τις σάρκες της τόσον χρόνο και ήταν παράλυτη και σχεδόν ακίνητη, όχι έπειτα από μία ημέρα, όχι έπειτα από διάστημα μιας ώρας, αλλ’ ευθύς αμέσως, ενώ εκείνοι προσεύχονταν κι έψαλλαν ακόμη, σηκώνεται αμέσως από την κλίνη, ενώ όλοι έβλεπαν, δυνατή, εύρωστη στο σώμα, χωρίς να φέρη επάνω της ούτε ίχνος σχεδόν από το χρόνιο εκείνο πάθος και από την νοσηρά κατάστασι, ώστε το θαύμα να καταπλήσση και να μη έχη τούτο τίποτε κατώτερο εκείνου που διενεργήθηκε παλαιά από τον ίδιο τον Χριστό υπερφυώς στον παράλυτο, είτε της Καπερναούμ σκεφθή κανείς είτε της προβατικής κολυμβήθρας, μόνο που εκεί μεν ενήργησε ο ίδιος μόνος του, εδώ δε ανέστησε από την κλίνη και το χρόνιο πάθος αμέσως επίσης την ασθενή διά του Γρηγορίου, του μαθητού και φίλου του.
Για τον λόγο τούτο οι θεοφιλέστεροι και προύχοντες των εκεί, και μάλιστα οι κληρικοί, συναθροισθέντες μαζί, έστησαν εικόνα ιερά στον Γρηγόριο, όπως είπα προ ολίγου, πανηγυρίζοντας λαμπρώς την εορτή του κατά την ημέρα της τελειώσεώς του, και του ανεγείρουν αμέσως ναό, σαν σε λαμπρό μαθητή του Χριστού3. Δεν επερίμεναν μεγάλες συνόδους και ψήφους της κοινής Εκκλησίας για να τον ανακηρύξουν, διότι σ’ αυτά ακολουθούν συχνά και χρόνος και αμέλεια και αργοπορία και πολλά ανθρώπινα εμπόδια, αλλ’ αρκέσθηκαν καλώς στην από άνω ψήφο και ανακήρυξι και στη λαμπρά και αναμφισβήτητη όψι και βεβαίωσι των πραγμάτων”.
1 Η Ζωή εζούσε στην Καστοριά
2 Ιακ. 5,14
3 Όπως φαίνεται από την ομιλία του πατριάρχου Φιλοθέου στη σύνοδο του 1368 που ανεκήρυξε άγιο τον Γρηγόριο,
η πόλις όπου για πρώτη φορά εωρτάσθηκε ως άγιος και εγέρθηκε ναός προς τιμή του ήταν η Καστοριά.